Η Soledad Estorach Esteri γεννήθηκε 6 Φλεβάρη του 1915 στο μικρό χωριό Albatarrech δίπλα στη Lerida της Καταλονίας.
Ο πατέρας της Soledad Estorach, δάσκαλος και δημοκράτης, της είχε μεταδώσει την αγάπη για την μάθηση και –προτού πεθάνει, όταν η κόρη του ήταν 10 χρόνων- της έμαθε να διαβάζει (μεγάλη υπόθεση εκείνη την εποχή για μια γυναίκα).
Έφυγε από το σπίτι της, πρίν κλείσει τα 14, για να αποφύγει ένα γάμο που θα την έκλεινε στους τέσσερις τοίχους του σπιτιού. Πήγε στη Βαρκελώνη να βρει δουλειά που θα της επέτρεπε να συντηρεί τον εαυτό της και να βοηθά οικονομικά τη μητέρα της και την αδελφή της. Εκεί, το 1931, τελικά μπήκε σε ένα σωματείο και συμμετείχε σε ένα Αθήναιο, το οποίο, όπως είπε η ίδια, της άνοιξε έναν ολόκληρο καινούριο κόσμο: «Ήταν μια ζωή απίστευτη, η ζωή μιας νέας αγωνίστριας. Μια ζωή αφιερωμένη στον αγώνα, στην κατάκτηση της γνώσης, στην αναδημιουργία της κοινωνίας. Χαρακτηριζόταν από ένα είδος αναβρασμού, μια συνεχή δραστηριοποίηση» (Άκελσμπεργκ κ.α., 1988)
η φωτο ειναι απο “αντισυγκέντωση” των antifa negative σε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Ιδρυμα Κακογιάννη, όπου πραγματοποιούνταν εκδηλώσεις χρηματοδοτούμενες από την ισραηλινή πρεσβεία, το 2014
«Το να μιλάς για ειρήνη σε τέτοιες συνθήκες είναι απλά ένας ακόμη τρόπος να βγάλεις την ουρά σου έξω από την υπόθεση, με καθαρά χέρια και βρώμικη συνείδηση» Αλφρέντο Μπονάννο, Palestine mon amour1
Η 7η Οκτώβρη 2023, εκτός από την δίκαιη απάντηση της παλαιστινιακής αντίστασης στο κράτος – δολοφόνο του Ισραήλ, για κάποιους αποτέλεσε και αφορμή να διαχύσουν το «φίλο»-σιωνιστικό τους δηλητήριο. Οι πιο πολλοί απ’ αυτούς ανήκουν στην απέναντι μεριά του οδοφράγματος και είναι οι υπηρέτες της αστικής τάξης, του κεφαλαίου και του κράτους.
Η Savitri Devi σε καμπ του BNP στο Norfolk (Βρετανία, 1961). Μαζί της οι Bruno Ludtke, Roland Kerr-Ritchie και Robert Lyons
Στις 12 Αυγούστου του 2024 ένας 18χρονος νεοναζί στην Τουρκία μαχαίρωσε στην τύχη 5 ανθρώπους έξω από τζαμί στο Εσκίσεχιρ. O18χρονος που φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο, κράνος και μάσκα κατέγραψε την επίθεση και στη συνέχεια ανέβασε το βίντεο στο Twitter. Πριν συλληφθεί δημοσίευσε ένα ρατσιστικό μανιφέστο μίσους στο Telegram στο οποίο απειλούσε μετανάστες, παιδιά από τη Συρία, ΛΟΑΤΚΙ και κομμουνιστές (μεταξύ άλλων σχεδίαζε επίθεση στα γραφεία του ΚΚ Τουρκίας). Πηγή έμπνευσης για τον 18χρονο ήταν η επίθεση με δεκάδες νεκρούς τον Μάρτιο του 2019 σε ισλαμικούς λατρευτικούς χώρους στη Νέα Ζηλανδία από τον οικο-φασίστα Brenton Tarrant, θαυμαστή του Anders Behring Breivik , που σκότωσε 77 ανθρώπους το καλοκαίρι του 2011 στην Νορβηγία. Ο Tarrant δημοσίευσε ένα μανιφέστο με τίτλο «Η μεγάλη αντικατάσταση», αναφερόμενος στην θεωρία συνωμοσίας περί σχεδιασμού γενοκτονίας της λευκής φυλής από σκοτεινά κέντρα που κατέχουν την παγκόσμια εξουσία. Ανάλογα συνωμοσιολογικά σενάρια για εξισλαμισμό και απο-χριστιανοποίηση της Ευρώπης από τους πολιτισμικούς μαρξιστές αναπτύχθηκαν και στο πόνημα του Breivik, με τίτλο: “2083, μια Ευρωπαϊκή Διακήρυξη Ανεξαρτησίας”.
Η έναρξη της νέας χρονιάς και η έκδοση του 19ου τεύχους της εφημερίδας Ζερμινάλ έρχονται σε μια συγκυρία όπου σηματοδοτούνται δυσμενείς εξελίξεις για τους λαούς με καταστροφικές επιπτώσεις για τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, ενώ νέα, βαριά καθήκοντα καλούνται να επωμιστούν τα κοινωνικά κινήματα.
Κύριο χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η γενίκευση του ιμπεριαλιστικού πολέμου. Οι δύο μεγάλες πολεμικές επιχειρήσεις των ημερών μας, αυτές στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, είναι αποτέλεσμα των εγγενών και δομικών κρίσεων του καπιταλισμού, ο οποίος προκειμένου να διαχειριστεί και να ξεπεράσει τα αδιέξοδα του οδηγεί την ανθρωπότητα σε αλληλοσφαγή και τους παραγωγικούς πόρους του πλανήτη σε καταστροφή, ώστε μέσα από αυτή να αναγεννηθεί βγαίνοντας με ενδυναμωμένες τις δομές του.
Το παρακάτω κείμενο διαβάστηκε στις βιβλιοπαρουσιάσεις σε Πάτρα και Καρδίτσα και δημοσιεύτηκε στο 19ο τεύχος της εφημερίδας Ζερμινάλ.
Περσεφόνη. Κόρη του Δία και της θεάς Δήμητρας, θεά της καρποφορίας και της γονιμότητας. Η ομορφιά της ήταν τόση, που ο Πλούτωνας, θεός του Άδη, την ερωτεύτηκε και αποφάσισε να την κλέψει. Έτσι, μια μέρα καθώς η Περσεφόνη μάζευε λουλούδια μαζί με τις Ωκεανίδες νύμφες, απομακρύνθηκε για να κόψει έναν νάρκισσο, όταν ξαφνικά η γη άνοιξε στα δύο. Τότε ξεπρόβαλε ο Πλούτωνας με το άρμα του την άρπαξε στον Κάτω Κόσμο, χωρίς κανείς να αντιληφθεί τι είχε συμβεί. Η Δήμητρα έψαχνε μάταια την κόρη της και από την στεναχώρια και τα δάκρυά της, μαράζωσαν η γη και οι καλλιέργειες. Οι άνθρωποι πεινούσαν και οι μέρες περνούσαν χωρίς να φανεί η Περσεφόνη. Μια μέρα ο Ήλιος, έχοντας δει τα πάντα, λυπήθηκε τη Δήμητρα, της είπε τι συνέβη και τότε ο Δίας, παρακινούμενος από τις ικεσίες των ανθρώπων που πεινούσαν, διέταξε τον θεό του Άδη να ελευθερώσει την κόρη του. Αδυνατώντας να παρακούσει τις διαταγές του Δία, ο Πλούτωνας παγίδεψε την Περσεφόνη δίνοντάς της να φάει ένα ρόδι πριν την αφήσει, γνωρίζοντας πως αν κατανάλωνε τροφή στον Κάτω Κόσμο, θα δενόταν μαζί του και δεν θα μπορούσε να φύγει. Η κόρη έφαγε έξι σπόρια ρόδι μονάχα κι όταν το έμαθε η Δήμητρα έγινε έξαλλη. Για να την ηρεμήσει, ο Δίας πρότεινε έναν συμβιβασμό: Για κάθε σπόρο που είχε φάει, η Περσεφόνη θα έμενε κι έναν μήνα στον Άδη. Έτσι, θα περνούσε το μισό χρόνο δίπλα στη μητέρα της και τον υπόλοιπο μαζί με τον Πλούτωνα. Έκτοτε, τους έξι μήνες που η Περσεφόνη ήταν στον Άδη, η Δήμητρα πενθούσε και μαζί της πενθούσε κι όλη η φύση και τους έξι μήνες που ανέβαινε στη Γη, όλα άνθιζαν από τη χαρά της. Νουάρ. Μάλλον κινηματογραφικός όρος. Αισθητικός και περιεχομενικός. Σκοτεινές σκηνές και σκοτεινές αφηγήσεις. Πόνος και πραγματικότητα με έναν μαύρο ρομαντισμό και μια ατμόσφαιρα άλλων εποχών.
«Όμως εμείς, τέκνα θνητών, δίχως δασκάλους, με δικιά μας μόνο θέλησημ’ επιμονή κι επιλογή και βάσανα, γίναμε αυτό που γίναμε. Καθόλουδε νιώθουμε πιο κάτου, μήτε χαμηλώνουμε τα μάτια. Μόνες περγαμηνές μας: τρεις λέξεις: Μακρόνησος, Γυάρος και Λέρος. Κι αν αδέξιοι μια μέρα σάς φανούν οι στίχοι μας, θυμηθείτε μονάχα πως γραφτήκαν κάτω απ’ τη μύτη των φρουρών, και με τη λόγχη πάντα στο πλευρό μας. Κι ούτε χρειάζονται δικαιολογίες, —πάρτε τους γυμνούς, έτσι όπως είναι,—πιότερα ο Θουκυδίδης ο στεγνός θα σας πει απ’ τον περίτεχνο τον Ξενοφώντα.»
Ο Ηρακλής κι εμείς, Γ. Ρίτσος
Γυάρος. Ένας μαρτυρικός τόπος, ένας τόπος εξορίας πάνω από 22 χιλιάδων πολιτικών κρατουμένων την εποχή του εμφυλίου και της χούντας. Ένας τόπος, όπου ο αποκλεισμός και τα ψυχολογικά βασανιστήρια υπήρξαν η καθημερινότητα των εξόριστων. Στη φυλακή της Γυάρου υπήρχαν πτέρυγες ανδρών και γυναικών, αλλά και δωμάτια απομόνωσης που δεν είχαν μεγάλη διαφορά από τάφους. Δεν είχαν παράθυρα και όταν έκλεινε η βαριά σιδερένια πόρτα έπεφτε βαρύ σκοτάδι. Ένας τόπος που, αργότερα, ονομάστηκε το “Νταχάου της Μεσογείου” από κάποιους και «θανατονήσι» από άλλους.
Στη μεταπολίτευση μετατράπηκε σε πεδίο βολής του Πολεμικού Ναυτικού, μέχρι τον αποχαρακτηρισμό της από Ναυτικό Οχυρό το 2002. Τον Σεπτέμβριο του 2001, το κτίριο των φυλακών, καθώς και όλα τα κτίρια, εγκαταστάσεις και κατασκευές που βρίσκονται εκεί χαρακτηρίζονται ως διατηρητέα και επιτρέπεται μόνο «η εισαγωγή χρήσεων συμβατών με τον ιστορικό τους χαρακτήρα». Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους χαρακτηρίζεται το σύνολο του νησιού ως ιστορικός τόπος, καθώς και το σύνολο των κτιρίων ως ιστορικά διατηρητέα μνημεία. Στη συνέχεια, το Υπουργείο Αιγαίου ανέθεσε σε ερευνητική ομάδα της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ την εκπόνηση προγράμματος για τη δημιουργία δικτύου διαδρομών ιστορικής μνήμης στον χώρο των στρατοπέδων του νησιού, με την ενεργό συμμετοχή στον καθορισμό των προγραμματικών στόχων, εκπροσώπων των κρατουμένων από όλες τις περιόδους λειτουργίας του τόπου εξορίας. Οι προτάσεις του προγράμματος εγκρίθηκαν αλλά δεν υλοποιήθηκαν για να μην ξεχνάμε ποτέ ποιες είναι οι προθέσεις της εξουσίας. Αντίθετα, το 2011, νέα απόφαση επαναοριοθετεί τον ιστορικό τόπο, αποχαρακτηρίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του νησιού έξω από την περιοχή των πέντε όρμων, παρόλο που (σύμφωνα με την §1 του άρθρου 12 του Ν.3028/2002) «οι αρχαιολογικοί χώροι κηρύσσονται και οριοθετούνται ή αναοριοθετούνται με βάση τα δεδομένα αρχαιολογικής έρευνας πεδίου» και τέτοια δεδομένα δεν προσκομίζονται.
Και για να μιλήσουμε για το δια ταύτα, αυτό που εκφράζεται από εδώ και μπρος είναι μια καθαρή χυδαία διάθεση επενδυτικής δραστηριότητας στο ιστορικό νησί. Και κάπως έτσι εμφανίζεται στο προσκήνιο ο «νέος διεθνής διεπιστημονικός διαγωνισμός αρχιτεκτονικών ιδεών» που οργανώνει η εταιρία ALUMIL και το «κοινωφελές ίδρυμα» του εφοπλιστικού κεφαλαίου ΑΙΓΕΑΣ, με την υποστήριξη του ΤΕΕ και του ΟΦΥΠΕΚΑ, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, του Υπουργείου Πολιτισμού και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Το σχέδιο αυτού του διαγωνισμού είναι να δημιουργηθεί στη Γυάρο και συγκεκριμένα στο κτίριο των φυλακών, ένα «hub έρευνας και τεχνολογίας» για «την προώθηση της αειφόρου και βιώσιμης ανάπτυξης, της ενεργειακής αυτάρκειας και της περιβαλλοντικής προστασίας».
Σε αυτόν τον ιστορικό τόπο, σήμερα, επιχειρεί να επιδράμει η εξουσία προκειμένου αφενός να απονοηματοδοτήσει τη συλλογική μνήμη και τους αγώνες ενάντια της, και αφετέρου για να αντλήσει τα μέγιστα δυνατά κέρδη επί της γης. Να αντλήσει κέρδη δηλαδή στα κόκκαλα των νεκρών του αγώνα ενάντιά της και να εξαφανίσει, ταυτόχρονα, κάθε ψήγμα αντίστασης του παρελθόντος. Τέτοια είναι η χυδαιότητά της.
Οι αγωνιζόμενοι και οι αγωνιζόμενες, αν έχουν ένα χρέος, αυτό είναι να διατηρούν τη συλλογική μνήμη ζωντανή. Γιατί η ιστορία μπορεί να γράφεται από τους νικητές και να διδάσκεται στα αποστειρωμένα προγράμματα σπουδών αλλά η ιστορία των αντιστάσεων, η ιστορία των αγώνων ενάντια στην καταπίεση δε μπορεί να σβήσει όσο υπάρχει έστω και μια σπίθα αντίστασης και αγώνα, όσο υπάρχει καταπίεση.
Να σταθούμε με όλα μας τα μέσα απέναντι στην χυδαία εκμετάλλευση του ιστορικού και μαρτυρικού τόπου της Γυάρου. Έχουμε αυτό το χρέος απέναντι σε όσους αντιστάθηκαν, βασανίστηκαν και φυλακίστηκαν για έναν ελεύθερο κόσμο.
Τον τελευταίο καιρό, κεντρικό θέμα στα συνδικαλιστικά σωματεία τεχνικών και μηχανικών αποτελεί η διαπραγμάτευση για τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Μια συζήτηση, η οποία για χρόνια, είχε μπεί στο ντουλάπι με εμάς τους εργαζομένους μηχανικούς και τεχνικούς να εργαζόμαστε με εξευτελιστικούς μισθούς αγωνιζόμενοι και αγωνιζόμενες να επιβιώσουμε σε μία εν γένει ασφυκτική πραγματικότητα.
Μετά την κατάργηση των ΣΣΕ στην περίοδο των μνημονίων, το ύψος του μισθού, το ωράριο, οι άδειες, τα επιδόματα, οι αποζημιώσεις και μια σειρά από πράγματα που καθορίζουν την εργασιακή συνθήκη και τις εργασιακές σχέσεις, ορίζονταν και ρυθμίζονταν αποκλειστικά από την πλευρά της εργοδοσίας και άρα αποκλειστικά προς όφελος της.
Σε μία συνθήκη, λοιπόν, που η ακρίβεια σαρώνει τη ζωή μας, σε μια περίοδο που οι τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης, στα νοίκια, στην ηλεκτρική ενέργεια και τα καύσιμα συνεχώς αυξάνονται, οδηγώντας χιλιάδες κόσμου στα όρια της επιβίωσης. Την ίδια περίοδο, τα κέρδη των εταιρειών του κλάδου αυξάνονται, η κατασκευαστική και μελετητική δραστηριότητα ανεβαίνει.
Ακριβώς σε αυτή τη συγκυρία, έρχονται τα ταξικά σωματεία να κάτσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εργοδοτικούς φορείς προκειμένου να εξασφαλίσουν μια συλλογική σύμβαση στο ύψος των αναγκών των εργαζομένων και όχι απλά ένα συμβόλαιο ταξικής ειρήνης για τα χρόνια που έρχονται. Η πρώτη αυτή διαπραγμάτευση έγινε με τον εμπαιγμό, μεταξύ άλλων, από πλευράς εργοδοτικών φορέων σε σχέση με την απαίτηση από πλευράς σωματείου για αναγνώριση των «μπλοκάκιδων» (δελτίο παροχής υπηρεσιών). Να σημειωθεί, εδώ, πως στην τελευταία ΣΣΕ που έχει υπογραφεί το 2008 αυτή περιελάμβανε και τους εργαζόμενους με δελτίο παροχής υπηρεσιών.
Το «μπλοκάκι» για τους εργαζόμενους μηχανικούς και τεχνικούς είναι, τα τελευταία 10 και πλέον χρόνια, κανονικότητα. Μια κανονικότητα που έρχεται να προσθέσει ένα ακόμη βάρος στις πλάτες τους, απαλλάσσοντας τους εργοδότες από πολλές ευθύνες. Είναι μάταιο να πιστεύουν οι εργοδοτικοί φορείς πως το ταξικό κίνημα θα υποχωρήσει στην αναγνώριση της πλειοψηφίας των εργαζομένων στον κλάδο. Πόσο μάλλον σε μια περίοδο που ο κλάδος ανθεί με τεράστια κέρδη στις τσέπες των αφεντικών μας.
Οι μηχανικοί και οι τεχνικοί θα δώσουν δυναμικούς αγώνες για την εξασφάλιση των καλύτερων δυνατών κοινωνικών και ταξικών συσχετισμών και πιέσεων που θα οδηγήσουν σε μια συλλογική σύμβαση που θα είναι, επί της ουσίας, συλλογική και θα καλύπτει την πραγματικότητα που βιώνει ο κλάδος.
Αουρέλιο Φερνάντεθ: Ένας “Αλληλέγγυος” στο Μάτι του Κυκλώνα
Άρθρο του Luismi Garcia
Ανασκόπηση του βιβλίου του Μανέλ Άισα Πάμπολς: “Στα Ίχνη μιας Γενναιόδωρης Ζωής. Ο Αουρέλιο Φερνάντεθ Σάντσεθ και οι Αλληλέγγυοι”, Εκδόσεις El Lokal, 2017.
«Όλα πια είναι δικά μας… και δεν ανήκουν σε κανέναν. Οι άνθρωποι είναι γέροι, και για να γίνει πραγματικότητα το μεγάλο όνειρο της αναρχίας χρειάζονται άνθρωποι που ακόμα δεν υπάρχουν».
Joan Llarch
Ο Μανέλ Άισα Πάμπολς είναι ένας από εκείνους τους σπάνιους τεχνίτες της Ιστορίας που αφιερώνουν αμέτρητες ώρες από τον προσωπικό τους χρόνο για να ανασυνθέσουν τις ιστορίες που τους συναρπάζουν, με αποτέλεσμα να καταφέρνουν να μας συνεπάρουν όλους. Είναι γνωστός στον ελευθεριακό κόσμο για το -πλέον κλειστό- βιβλιοπωλείο του στην Αγορά Βιβλίου του Σαντ Αντόνι (Βαρκελώνη), όπου το θρυλικό του καρότσι ήταν γεμάτο με λογοτεχνικά διαμάντια της αναρχικής σκέψης, σπάνιες εκδόσεις ή κιλά ολόκληρα από παλιές εφημερίδες της CNT και της «Solis». Επιπλέον, ξεχώριζε για τις βιβλιογραφικές του συμβουλές και τις βαθυστόχαστες συζητήσεις του.
Εργάτης κλωστοϋφαντουργίας και πολυτεχνίτης, αγωνιστής συνδικαλιστής και αναρχικός. Ο Ρικάρδο Σανθ Γκαρθία γεννήθηκε στο Κανάλς το 1898.
Προερχόταν από μια οικογένεια φτωχών αγροτών της Βαλένθια, που ζούσαν σε πρωτόγονες συνθήκες και στερήσεις. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών μετανάστευσε στη Βαρκελώνη, όπου φιλοξενήθηκε από συγγενείς του που είχαν εγκατασταθεί στη εργατική συνοικία Πουέμπλο Νουέβο. Ξεκίνησε να εργάζεται στον κλάδο του Νερού (κλωστοϋφαντουργία).Εντάχθηκε στο συνδικαλιστικό τμήμα βαφέων της CNT.
Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη.
“Αν φυλλομετρήσουμε, για παράδειγμα, την ιστορία του ελληνικού μετεμφυλιοπολεμικού δεξιού κράτους με τους Αγγλοαμερικάνους πατρόνους του, βλέπουμε από τη μια μεριά, τα σώματα ασφαλείας, τους χίτες, τους εθνικόφρονες νοικοκυραίους, τους προασπιστές της νομιμότητας με το πρόσχημα της εκβιομηχάνισης για την αντιμετώπιση του εφιάλτη της κατοχικής πείνας. Από την άλλη τα μιάσματα, τους παράνομους, τους υπονομευτές του πολιτεύματος, τους κομμουνιστές και τους συνοδοιπόρους που εξοντώνονταν με εκτελέσεις, φυλακίσεις, εξορίες”
απόσπασμα προέρχεται από κείμενο του Χριστόφορου Μαρίνου που περιλαμβάνεται σε μπροσούρα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους. Αναδημοσιεύτηκε στην έκδοση “Λόγος Τιμής” του 1999 που είναι αφιερωμένη στο πρόσωπο του.
Ο αναρχικός Χριστόφορος Μαρίνος δολοφονήθηκε από τα σκυλιά του κράτους, μια ημέρα σαν σήμερα, στις 23 Ιούλη 1996, στην καμπίνα 53 του πλοίου Πήγασος στον Πειραιά.
“Αποτιμώντας μια ζωή και το τέλος της, σημασία έχει πως έζησε, πως πέθανε και γιατί. Για τους συντρόφους ενός δολοφονηθέντος αναρχικού επαναστάτη η επιφαινόμενη προσωπική τραγωδία είναι ένα μορφόπλασμα, μια οριακή εκδοχή, της επίθεσης του κράτους ενάντια στην αναρχία και στον κοινωνικό και πολιτικό ανταρτισμό. Ακόμα, η επίκληση του τραγικού λειτουργεί ως ενοχική καταφυγή της εντός συμβάσεων πολιτικής τοποθέτησης, η οποία παρατηρεί τις κρατικές εκτελέσεις τηλεματικά? υποπροϊόν της διαλυτικής εσωτερίκευσης της κρατικής επίθεσης. Η διαδρομή και ο θάνατος του Χριστόφορου Μαρίνου μας διδάσκουν στην πάλη ενάντια στην εξουσία. Υπό το πρίσμα μιας αναφοράς που οφείλει να συμβάλει στη συνέχεια των αντικρατικών και εξεγερσιακών αγώνων η αναμόχλευση των αντιπαραθέσεων του παρελθόντος είναι άγονη. Αλλά το παρόν μας είναι η αιτιατή προβολή του παρελθόντος μας και οι ρήξεις με τις αδιέξοδες καταβολές μας γίνονται με την ιστορική συνείδηση παρούσα.”
Το παραπάνω κείμενο είναι η πολιτική κατάθεση της μνήμης ενός συντρόφου που γνώρισε τον Χριστόφορο Μαρίνο μέσα σε αγώνες και ανέπτυξε μαζί του μια εγκάρδια σχέση χωρίς μικροπολιτικές εξαρτήσεις ή τυπικές δεσμεύσεις , που διατηρήθηκε μέχρι τέλους.
“Ήρωες δεν υπάρχουν. Κατασκευάζονται. Όχι όμως από εμάς, όπως έλεγε σε άλλη περίπτωση ο αείμνηστος μπάρμπα – Γιάννης Γαλανόπουλος.
Απαξίωση ή μυθοποίηση συνιστούν αμφότερες απονέκρωση της μνήμης του. Αντίθετα μια πρόθεση δικαίωσής της αποκτά αξία εφόσον προκύπτει από τη διάθεση να σηματοδοτήσει κάτι για το παρόν και το μέλλον, μέσα από μια διαδικασία άντλησης συμπερασμάτων, θετικών και αρνητικών, από μια πλούσια, διδακτική και μοναδική, ίσως, εμπειρία. Σε σχέση με αυτό, η αναποτελεσματικότητα μεταβίβασης της εμπειρίας εξακολουθεί να παραμένει μια ιδιαίτερα αποθαρρυντική πραγματικότητα.
Σήμερα, στην εποχή της σαρωτικής επιδρομής της ιδιωτικότητας, που κατακλύζεται από το “όραμα” του χρηματιστηριακού τζόγου και τα μηνύματα που στέλνουν τα νέα καταναλωτικά προϊόντα, τα νέα προωθημένα ασφαλιστικά προγράμματα, οι ρυθμίσεις για τις άδειες των καλοκαιρινών διακοπών, οι νέες τιμές των αυτοκινήτων και όπου αυτό που προβάλλει ως αντίσταση περιορίζεται συχνά στα όρια μιας κρατικοδίαιτης αριστερής αντιπολίτευσης, μια δεκαετία περίπου αγώνων με τους οποίους είναι συνυφασμένος ο Χριστόφορος Μαρίνος μπορεί να συνεισφέρει παραδειγματικά, υπό το πρίσμα που περιγράψαμε, στην επιμονή όσων δεν εφησυχάζουν και εξακολουθούν να αναζητούν δρόμους και τρόπους για να διεκπεραιώσουν σωστά τη συγκρουσιακή τους σχέση με τους βιαστές της ανθρώπινης ελευθερίας.
Στο μεταξύ, ας μη μοιρολογεί κανένας τον νεκρό αγωνιστή για το τέλος του. Ακριβώς επειδή, όπως γράφτηκε κάποια στιγμή, έζησε τη ζωή του μέχρι το τέλος με τον τρόπο που διατεινόταν ότι έπρεπε να ζει κανείς. Την υπόλοιπη του την πήραν, δεν τους την χάρισε. Σε αυτό το έργο ήταν πρωταγωνιστής.
“…Αφήνω το Σίσυφο στους πρόποδες του βουνού. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς το φορτίο του. Ο Σίσυφος όμως συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται τους θεούς και ανυψώνει τους βράχους… …Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει μια ανθρώπινη καρδιά. Πρέπει να φανταστούμε το Σίσυφο ευτυχισμένο”.”
(Α. Καμύ: Ο μύθος του Σίσυφου)
Γνωστοί και άγνωστοί του
Θεσσαλονίκη/ Ιούνιος 1998 από την έκδοση “λόγος τιμής”
ΤIMH ΣΤΟΝ ΑΝΑΡΧΙΚΟ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟ ΜΑΡΙΝΟ ΠΟΥ ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΙΣ 23/7/1996