*Το παρακάτω κείμενο διαβάστηκε στην παρουσίαση της Β’ έκδοσης της αυτοβιογραφίας της Emma Goldman στο 9ο φεστιβάλ αναρχικού βιβλίου στην Πάτρα*

«Πάντα προσπαθούσα να παραμένω σε μια κατάσταση ρευστότητας και συνεχούς ανάπτυξης, και όχι να πετρώνω σε μια θέση αυτο-ικανοποίησης. Αν είχα να ξαναζήσω τη ζωή μου, όπως οποιοσδήποτε άλλος, θα ήθελα να αλλάξω μικρές λεπτομέρειες. Αλλά στις πιο σημαντικές μου ενέργειες και συμπεριφορές θα επαναλάμβανα τη ζωή μου όπως την έχω ζήσει. Σίγουρα θα έπρεπε να δουλέψω για τον Αναρχισμό με την ίδια αφοσίωση και εμπιστοσύνη για τον απόλυτο θρίαμβό του.»

(απόσπασμα από το άρθρο «Άξιζε η ζωή μου;» της Emma Goldman στο Harpers το 1934)

Η συγκεκριμένη έκδοση -πλάι στην προηγούμενη και τον Α’ τόμο- έρχεται να καλύψει ένα κενό που υπήρχε στην ελληνική βιβλιογραφία, ένα κενό που αφορά άμεσα τους αγωνιστές και ιδίως, επιτρέψτε μου να πω, τις αγωνίστριες. Ένα από τα πολλά κενά που υπάρχουν για την Emma Goldman συνολικά εδώ που τα λέμε. Καθώς εκτός από την αυτοβιογραφία της, τα γραπτά της τα τελευταία μόνο χρόνια αρχίζουν λίγα λίγα και αποσπασματικά να μεταφράζονται στα ελληνικά και να εκδίδονται αναδεικνύοντας το μέγεθος της σκέψης της και την ανήσυχη ψυχή της.

Το «Ζώντας τη ζωή μου» αποτελεί μια εμβληματική έκδοση που τοποθετεί την Έμμα Γκόλντμαν στο επίκεντρο, εξυψώνοντας τα ιδανικά της μέσα από την ιστορική συγκυρία που έζησε αλλά κυρίως μέσα από το δικό της πρίσμα, παλεύοντας με τις δικές της αντιφάσεις, αδυναμίες κι ευαισθησίες να τοποθετηθεί άλλοτε με σαφήνεια άλλοτε όχι και να γίνει ο άνθρωπος που ονειρευόταν και διακήρυττε για κάθε επαναστατημένο άνθρωπο κοιτώντας εξίσου τον εαυτό της στον καθρέφτη. Οι δυο τόμοι της αυτοβιογραφίας καλύπτουν τέσσερις και πλέον δεκαετίες ζωής και δεν πρόκειται απλώς για μια καταγραφή ιστορικών και κοινωνικών γεγονότων, αλλά για μια βαθιά προσωπική εξιστόρηση της διαδρομής μιας αγωνίστριας που προσπαθεί να συνδυάσει τις πολιτικές της πεποιθήσεις και την αγωνιστική της παρουσία με την ανθρώπινη υπόσταση — την αγάπη, τον έρωτα, τη χαρά και την αναζήτηση της ολοκληρωμένης προσωπικότητας που ως τέτοια θα συνδράμει στην Υπόθεση.

Είναι ευτυχές και ιστορικής σημασίας η έκδοση των δύο αυτών τόμων, λοιπόν, και έχει ιδιαίτερη αξία που -μέσα στους επαναστατικούς χώρους- καρποφορεί η ιδέα του βιβλίου, της ζύμωσης, της καλλιέργειας της επαναστατικής σκέψης, της οποίας η Emma Goldman υπήρξε ιχνηλάτης.

Για όσες από εμάς γνωρίσαμε από μικρές τα γραπτά της Έμμα Γκολντμαν γοητευτήκαμε πρώτα από την απλότητα της γραφής, έπειτα από την αμεσότητα και την ουσία του περιεχομένου. Γοητευτήκαμε από το θάρρος και το θράσος της να μιλήσει, να διασπείρει τον αναρχικό λόγο αλλά και από την ποιότητα των λόγων και της σκέψης της. Από τη διάθεση της να συνδεθεί, να γίνει ένα με το υποκείμενο μέχρι τη βαθύτητα και την ουσία της σκέψης της. Να πάει από τα εργοστάσια μέχρι τα πεζοδρόμια και τους οίκους ανοχής, από τα μαιευτήρια μέχρι τα συνέδρια αναρχικών να μιλήσει για την Αναρχία, απλά, λιττά, απέριττα μα ουσιαστικά και σε βάθος. Να βρει και να συνομιλήσει με τα επαναστατικά κινήματα της εποχής της απ’ άκρη σε άκρη του πλανήτη. Να διατυπώσει με σαφήνεια το κάθε πεδίο που εκφράζεται η καταπίεση. Αλλά πιο πολύ από όλα να οραματιστεί μια κοινωνία απαλλαγμένη από τις παθογένειες του τωρινού κόσμου. Να μην έχει μόνο αρνήσεις, αλλά να παράγει καταφάσεις.

Μια αναρχική επαναστάτρια που προσπαθούσε να βρει την ελπίδα στο ζόφο. Μια φωτεινή φλόγα αντίστασης και ελευθερίας μέσα σε έναν κόσμο καταπίεσης. Που κόντρα στη μαυρίλα της συγκυρίας, της εργασιακής εκμετάλλευσης, των σχέσεων, της οικογένειας, της ανατροφής των παιδιών εκείνη έβαζε στο επίκεντρο την  κοινωνία που οραματιζόταν για να περιγράψει πώς όλα αυτά θα είναι τότε, πως όλα θα έπρεπε να είναι.

Δούλεψε πολύ να συνεισφέρει στην αναρχική σκέψη από τη μία αλλά πάντα μέσα από τις τάξεις του αγώνα, παίρνοντας και η ίδια τα δικά της ρίσκα τοποθετώντας τον εαυτό της στην πρώτη γραμμή του. Η σύλληψη και η εκτέλεση των τεσσάρων αναρχικών στο Σικάγο το 1886 υπήρξε η αφορμή για την πολιτική της αφύπνιση μη μπορώντας να παρακολουθήσει απαθής την αδικία. Πολύ πολύ γρήγορα εξελίχθηκε σε μια ομιλήτρια που μαγνήτιζε και ξεσήκωνε μαζικά ακροατήρια αλλά ταυτόχρονα και την «πιο επικίνδυνη γυναίκα της Αμερικής».

Στο άρθρο της «Άξιζε η ζωή μου;» το 1934 στο μηνιαίο περιοδικό Harpers γράφει: «Ο Αναρχισμός, και μόνο αυτός, δίνει έμφαση στη σημασία του ατόμου, στις δυνατότητες και τις ανάγκες του σε μια ελεύθερη κοινωνία. Αντί να του λέει ότι πρέπει να υποταχθεί και να λατρεύει θεσμούς, να ζει και να πεθαίνει για αφηρημένες ιδέες, να σπάει την καρδιά του και να υπονομεύει τη ζωή του για ταμπού, ο Αναρχισμός επιμένει ότι το κέντρο βάρους της κοινωνίας είναι το άτομο, ότι αυτό πρέπει να σκέφτεται μόνο του, να δρα ελεύθερα και να ζει στην πληρότητά του.»

Με άλλα λόγια, αυτό που άλλοτε την έκανε βαθιά ατομικίστρια μη μπορώντας καμιά φορά να εντοπίσει τα διακυβεύματα της εποχής, την έκανε ταυτόχρονα να μιλήσει και να δουλέψει όσο λίγοι για την ολοκληρωμένη και πολυεπίπεδη ανάπτυξη του ατόμου, του παιδιού, της γυναίκας, του εργάτη κ.ο.κ. Να μιλήσει για όλα αυτά που θα φτιάξουν και θα χτίσουν τον ολοκληρωμένο, τον πλήρη άνθρωπο, το θεμέλιο λίθο μιας ελεύθερης -από εξουσίες- κοινωνίας.

Γράφει, άλλωστε, στο δοκίμιο της «Αναρχισμός: Τι σημαίνει πραγματικά» που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο της Emma Goldman «Αναρχισμός και άλλα δοκίμια» (1910, Mother Earth Publishing Association)

“Η νέα κοινωνική οργάνωση (αναφέρεται στον αναρχισμό) βασίζεται, φυσικά, στο υλιστικό υπόβαθρο της ζωής. Ωστόσο, ενώ όλοι οι Αναρχικοί συμφωνούν ότι το κύριο κακό σήμερα είναι οικονομικό, υποστηρίζουν ότι η λύση αυτού του κακού μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της εξέτασης κάθε φάσης της ζωής, της ατομικής και της συλλογικής, της εσωτερικής και της εξωτερικής.”

Με άλλα λόγια, ο κόσμος δε θα αλλάξει αν αλλάξουμε πρώτα μέσα μας όπως συνηθίζεται να γράφεται σε τσιτάτα αυτοβελτίωσης που πιο πολύ αποδυναμώνουν την συλλογική δράση και επιδιώκουν να δικαιολογήσουν την ιδιώτευση. Αλλάζει όμως όταν αλλάζουμε κι εμείς μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες του αγώνα και προσπαθούμε να γίνουμε ό, τι πιο κοντά σε αυτό που διακηρύττουμε συλλογικά με το βλέμμα μας στραμμένο στην επαναστατημένη, ελεύθερη κοινωνία. Η Έμμα Γκολντμαν αποδεικνύει τούτο σε κάθε της πράξη, σε κάθε της λόγο.

Έπειτα διαβάζοντας για εκείνη γοητευτήκαμε από όλα αυτά που συμπύκνωνε ως γυναίκα αγωνίστρια. Πολλές δεκάδες χρόνια πριν επιχείρησε να μιλήσει για ζητήματα που λίγοι τόλμησαν να κοιτάξουν κατάματα και να τα τοποθετήσουν από ελευθεριακή -και όχι μοριακή και μικροαστική- σκοπιά. Μίλησε για την εργασιακή εκμετάλλευση, για την ανάγκη διεκδίκησης ψωμιού -όπως και άλλοι- ως όφειλε ως αυτό που ήταν. Όμως τόλμησε να φύγει και από αυτό το στενό -για το μπόι της- καλούπι. Τόλμησε να μιλήσει επίσης για όλα αυτά που βίωνε ή την συγκινούσαν ως γυναίκα, ως αναρχική. Για τη σεξουαλική καταπίεση, για την ανάγκη χειραφέτησης των γυναικών, για τις παθογένειες των σχέσεων, του γάμου, του διαζυγίου, της πορνείας και της ανατροφής των παιδιών, για τα κυρίαρχα πρότυπα και κοινωνικά μοντέλα, τη ζήλεια, τον έλεγχο των γεννήσεων και άλλα. Επιχείρησε, ταυτόχρονα, να δώσει μία άλλη προοπτική, έναν νέο τρόπο αντίληψης των σχέσεων, της μητρότητας, της ζωής της γυναίκας,  του μεγαλώματος των παιδιών που να συνάδει με την ισότητα των δύο φύλων, με την στοργή και την αγάπη, με όλα τα στοιχεία που συνθέτουν τον ελεύθερο κόσμο που οραματιζόταν και οραματιζόμαστε και εμείς.

Η Emma Goldman υπερασπίστηκε επίσης όλα αυτά που συμπυκνώνονται σε μία και μόνο φράση της: «Αν δεν μπορώ να χορέψω, δεν είναι η δική μου Επανάσταση». Για εκείνη, ο χορός ήταν μια πράξη ελευθερίας, το δικαίωμα να εκφραστεί ελεύθερα και ότι όλοι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση σε όμορφα πράγματα. Η ένδειξη μιας ζωής γεμάτης χαράς και ζωντάνιας ενάντια στη ζωή που επιβαλλόταν, χωρίς χρώμα ή ζεστασιά. Δεν ήταν μόνο ο χορός, δε θα μπορούσε να ήταν. Γι αυτό και φυλακίστηκε, έχασε την αμερικάνικη της υπηκοότητα και άλλα πολλά. Αλλά ήταν όλα τα κομμάτια του παζλ που την δομούσαν ως έναν άνθρωπο που αναζητά την ελευθερία του.

Η Έμμα Γκολντμαν δεν χαρίστηκε ποτέ σε κανέναν, ούτε στον ίδιο της τον εαυτό. Πάλευε με τον εαυτό της όσο πάλευε απέναντι στην εξουσία και τους εχθρούς της. Μίλησε για όλα αυτά αναφερόμενη στην εποχή της και αναλύοντας τη δική της πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που δεν μοιάζει να διαφέρει πολύ από τη δική μας και γι αυτό έχει παραπάνω αξία. Μπορεί να έχει εξελιχθεί, να έχει μεταλλαχθεί αλλά φαίνεται να έχει ευθείες αναλογίες. Κι αν σήμερα τα λόγια της μοιάζουν βαθιά προοδευτικά, αναρωτιόμαστε πως θα χαρακτηρίζονταν 100 χρόνια πριν.

Όλα αυτά αποκτούν ακόμα μεγαλύτερο νόημα όταν διαβάζονται με τη γνώση της ζωής της. Με τις καταβολές, τις ευαισθησίες, τις σκέψεις και τους φόβους της. Όταν πέφτει από το βάθρο ο μύθος και τοποθετείται ακριβώς ως αυτό που ήταν, μια γυναίκα αγωνίστρια της εποχής της που ακόνισε το μυαλό της, επέλεξε τη θέση της και πάλεψε με ψυχή και σώμα το τέρας της εξουσίας. Για να ανέβει τότε σε ένα ακόμα μεγαλύτερο βάθρο, αυτό που ο καθένας και η καθεμία από εμάς μπορεί να ανέβει αν βρεί τη θέση του στον αγώνα, τη θέση του στη ζωή, τη θέση του στην Υπόθεση και την ελεύθερη κοινωνία ως ένας ελεύθερος και ολοκληρωμένος άνθρωπος.

Κλείνω με ένα απόσπασμα δικό της από το δοκίμιο της «Αναρχισμός: Τι σημαίνει πραγματικά» που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο της Emma Goldman «Αναρχισμός και άλλα δοκίμια» (1910, Mother Earth Publishing Association)

«Θεωρώ τον Αναρχισμό την πιο όμορφη και πρακτική φιλοσοφία που έχει ποτέ συλληφθεί σε ότι αφορά την επίδοσή του στην ατομική έκφραση και τη σχέση που καθιερώνει μεταξύ του ατόμου και της κοινωνίας. Επιπλέον, είμαι βέβαιη ότι ο Αναρχισμός είναι τόσο ζωτικός και τόσο κοντά στην ανθρώπινη φύση που δεν θα πεθάνει ποτέ. Είμαι πεπεισμένη ότι η δικτατορία, είτε από τη δεξιά είτε από την αριστερά, δεν μπορεί ποτέ να λειτουργήσει, ότι ποτέ δεν έχει λειτουργήσει, και ότι ο χρόνος θα το αποδείξει ξανά, όπως έχει  αποδειχθεί στο παρελθόν. Όταν η αποτυχία της σύγχρονης δικτατορίας και των αυταρχικών φιλοσοφιών γίνει πιο εμφανής και η συνειδητοποίηση της αποτυχίας γίνει πιο γενική, ο Αναρχισμός θα δικαιωθεί. Από αυτή την άποψη, η αναβίωση των Αναρχικών ιδεών στο εγγύς μέλλον είναι πολύ πιθανή. Όταν αυτό συμβεί και τεθεί σε εφαρμογή, πιστεύω ότι η ανθρωπότητα θα αφήσει επιτέλους τον λαβύρινθο στον οποίο τώρα έχει χαθεί και θα ξεκινήσει τον δρόμο προς μια λογική ζωή και αναγέννηση μέσα από την ελευθερία.»

Leave a comment