Στις 10 Μαρτίου 2025, η έκθεση “Η σαγήνη του αλλόκοτου” στην Εθνική Πινακοθήκη έγινε στόχος βανδαλισμού, όταν βουλευτής της ακροδεξιάς εισέβαλε στους χώρους του εκθεσιακού χώρου και προχώρησε σε αποκαθήλωση έργων που θεώρησε “προσβλητικά”.

Τα έργα που βανδαλίστηκανείναι τα έργα τέχνης του Χριστόφορου Κατσαδιώτη υπό τους τίτλους: «Εικόνισμα 1ο», «Εικόνισμα 16ο», «Εικόνισμα 17ο», «Ο Άγιος Χριστόφορος», στο πλαίσιο της έκθεσης «Η σαγήνη του αλλόκοτου».Στην ιστοσελίδα της εθνικής πινακοθήκης διαβάζουμε σχετικά με την έκθεση: «Με κινητήριο μοχλό τις σειρές των χαρακτικών έργων του Goya στην Εθνική Πινακοθήκη και συνεπείς στην πρόθεση να ανανεώσουμε τα εργαλεία ανάγνωσης των ιστορικών συλλογών με το πρόγραμμα δράσεων του Ενδιάμεσου Χώρου, παρουσιάζουμε παράλληλα με την έκθεση των 80 χαρακτικών της σειράς LosCaprichos, ένα θεματικό αφιέρωμα στην ελληνική τέχνη με τίτλο Η Σαγήνη του Αλλόκοτου. Στην ομαδική έκθεση περιλαμβάνονται έργα δέκα καλλιτεχνών που από διαφορετικές αφετηρίες εναγκαλίζονται και εικονίζουν το αλλόκοτο, το υβριδικό, και το γκροτέσκο».

Ο βουλευτής και δράστης κατέβασε με βία τα έργα ως προσβλητικά για την πίστη και για την εκκλησίας.Ο ίδιος ο ΧριστόφοροςΚατσαδιώτης σχετικά με τα έργα του αναφέρει «αυτό που βλέπετε στην Εθνική Πινακοθήκη, όσον αφορά τα δικά μου έργα, δεν είναι ιερές εικόνες και δεν έχουν λατρευτικό χαρακτήρα ούτε εκτίθεντο σε έναν θρησκευτικό χώρο. Τα έργα μου εκτίθενται στην Πινακοθήκη αυτή τη στιγμή διότι συνομιλούν με την παράλληλη έκθεση που γίνεται του Goya. Κοινό μας στοιχείο, λοιπόν, όπως και με τους άλλους 9 που συνεκθέτουμε στη Σαγήνη του Αλλόκοτου. Τα χαρακτικά του Goya με τα έργα τα δικά μου έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, την παραμόρφωση. Η παραμόρφωση είναι αποτέλεσμα της εικαστικότητας και η εικαστικότητα βγαίνει από την λέξη εικάζω, νομίζω. Ο εικαστικός, λοιπόν, θέτει ερωτήματα σε σχέση με μια θεματολογία. Η παραμόρφωση στα θεία είναι από το 1500, από την καταλανική ζωγραφική και βλέπουμε παραμόρφωση της παναγίας και του χριστού μέσα σε εκκλησίες. Αλλά και στον 19ο αιώνα μπαίνει το στοιχείο του γκροτέσκο στην αγιογραφία.». Σε κάθε περίπτωση, ο Κατσαδιώτης εξηγεί πως τα έργα του δεν απεικονίζουν αγίους και αγία πρόσωπα αλλά εμάς τους ίδιους όπως έχει περάσει η ζωή από πάνω μας.

Εικόνα 1: Χριστόφορος Κατσαδιώτης (1971) Εικόνισμα 17ο, 2021 Οξυγραφία, ραφή με κλωστή, μέταλλο, 42 x 36 εκ. Συλλογή Χριστόφορου ΚατσαδιώτηΦωτο: Οδυσσέας Βαχαρίδης. Ένα εκ των βανδαλισμένων έργων.

Βέβαια, ας είμαστε ειλικρινείς, εδώ το θέμα δεν είναι αν προσβάλουν τα έργα τα θεία ως εκφράζει ο ίδιος ο δράστης. Θα ήταν λάθος να μπούμε σε αυτήν την κουβένταεξαρχής -αν και έχει τρομερό κοινωνιολογικό ενδιαφέρον η απόσταση μεταξύ της σύλληψης της ιδέας του καλλιτέχνη και της προσλαμβάνουσας του συγκεκριμένου θεατή. Αλλά εν πάσειπεριπτώσει, το θέμα στο τέλος της ημέρας είναι η ελευθερία της έκφρασης, της τέχνης και το βήμα που δίνεται για τη λογοκρισία της και την αμφισβήτησή της.

Βρέθηκε, λοιπόν, ο βουλευτής του κόμματος Νίκη, Παπαδόπουλος -που ας μην γελιόμαστε δε θα βρισκόταν ποτέ στην Εθνική Πινακοθήκη για άλλο λόγο- προκειμένου να δημιουργήσει ένα σόου βανδαλισμού και ευθείας λογοκρισίας σε βάρος της ελεύθερης έκφρασης και της τέχνης. Και θα μπορούσε να ήταν απλά ένας τρελός που εμφανίστηκε να γραφτεί στις κάμερες, να λέει γελοίες διαρκείς ανακρίβειες περί παγκόσμιων νομολογιών που απαγορεύουν την διαστρέβλωση αγίων συμβόλων και τα συναφή, αλλά όχι. Ξετυλίχθηκε ένα κουβάρι ελέγχου και λογοκρισίας στην τέχνη με πρωταγωνιστή αυτόν τον τηλε-παλιάτσο που έτρεχε από το ένα τηλεοπτικό πάνελ στο άλλο αλλά κυρίως με ένα ολόκληρο σύστημα να του δίνει βήμα, να τον σιγοντάρει και να δίνει βάση στα αστεία -βάσει κοινής λογικής και εκπαίδευσης- λεγόμενά του.

Έχει τρομερό ενδιαφέρον -χωρίς να προκαλεί έκπληξη φυσικά- το μέγεθος του βήματος που του δόθηκε σε κάθε ένα κανάλι, σε κάθεμια εκπομπή, το πως οι διάφοροι τηλεπαρουσιαστές σιγόνταραν και ενίσχυαν τα λεγόμενα του Παπαδόπουλου σοκαρισμένοι εξίσου που υπάρχουν τέτοια εκθέματα στην Εθνική Πινακοθήκη που πληρώνουμε ως Έλληνες, χριστιανοί, φορολογούμενοι. Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο τρομερό ενδιαφέρον προκαλεί πως σήμερα που μιλάμε τα βανδαλισμένα έργα δεν έχουν επιστρέψει στη θέση τους από τους διοικούντες της Εθνικής Πινακοθήκης παρά τις συνεχείς πιέσεις των καλλιτεχνών. Ω, τι έκπληξη!

Η τέχνη από τη μία αποτελεί μια ανάγκη κι από την άλλη έχει ένα χρέος. Η ανάγκη αφορά την ανάγκη του καθενός και της καθεμιάς μας να εκφραστεί σε έναν κόσμο που μας ασφυκτιά. Χρέος γιατί μέσα σε αυτόν τον κόσμο οφείλει η κάθε μία διαφορετική φωνή να τοποθετείται με τον τρόπο που θέλει και χωρίς να κάνει βήμα πίσω από αυτό. Γι αυτό και η τέχνη ήταν, είναι και θα είναι πάντα κάτι που η εξουσία θα βάζει στο στόχαστρο και θα ενεργοποιεί τις ακροδεξιές εφεδρείες της να σταθούν απέναντι. Κάποιες φορές ως γελοία υποκείμενα αλλά τελικά ως κάποιους στους οποίους δίνεται λόγος και βάση στα λεγόμενά τους με τρόπο τέτοιο ώστε να βρουν κι αυτοί το ακροατήριο τους.

Και όλα αυτά συμβαίνουν την ίδια στιγμή που ένοπλοι αστυνομικοί εισβάλουν σε θεατρική παράσταση μαθητών στην Ιεράπετρα και καταγράφουν τα στοιχεία μαθητών και καθηγητών επειδή  στο έργο «Ο Εχθρός της Τάξης» υπήρξε μια σκηνή,  η οποία περιλάμβανε τη ρίψη μιας γιρλάντας με ελληνικές σημαίες από μια μαθήτρια, γεγονός που οδήγησε σε ανώνυμη καταγγελία στην Αστυνομία.

Φυσικά, και όλα αυτά δεν συνθέτουν μια νέα πραγματικότητα. Είναι παλιά. Ποιος ξεχνάει τις δεκάδες συγκεντρώσεις ακροδεξιών έξω από θέατρα και παραστάσεις που δήθεν προσβάλουν τα χριστιανικά πιστεύω. Ποιος δεν θυμάταιτην εισβολή της αστυνομίας σε προβολή της ταινίας «Joker» κάποια χρόνια πριν. Κράτος και ακροδεξιές εφεδρείες πάνε και εδώ χέρι-χέρι γιατί ο ολοκληρωτισμός διαπερνά κάθε πεδίο ύπαρξης και έκφρασης. Μετράμε, άλλωστε, χρόνια πια από την ψήφιση του νόμου για τον έλεγχο στο καλλιτεχνικό περιεχόμενο. Μία συνθήκη που τη βλέπουμε να απλώνεται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Αλλά ένα είναι σίγουρο, όσο υπάρχει ψυχή ζώσα, όσο υπάρχει πάθος και όρεξη για ζωή και δημιουργία τόσο θα υπάρχει και τέχνη. Και η τέχνη δεν μπορεί παρά να αντιδρά σε ένα σύστημα που την θέλει πνιγμένη.

Μαρία Μ.

Leave a comment