-Θέλω να γράψεις για την Περσεφόνη.
-Όλην, ως Βασίλισσα, ως Κόρη;
-Ως Κόρη.
Μια ιστορία που είναι ταυτόχρονα χιλιάδες μικρές, καθημερινές ιστορίες. Που απαιτεί να μιλήσουμε για την ιστορία μιας ιστορίας. Που απαιτεί πρωτίστως να ακούσουμε.
Κάθε ιστορία, κάθε παράδοση, κάθε διήγηση είναι ταυτόχρονα και ένα πλήρες νόημα αλλά και μια εργαλειοθήκη. Οι χαρακτήρες, οι καταστάσεις, οι ιδέες ανακατεύονται από στόμα σε στόμα κι από μυαλό σε μυαλό. Διαδίδονται με το ατελές μέσο των λέξεων και της θαμπής μνήμης των παιδιών και των κουρασμένων ενηλίκων. Διασταυρώνονται γύρω από ένα πιάτο φαγητό, στις φιλοξενίες των παιδιών σε σπίτια φίλων, στα βιβλία και στις διηγήσεις γύρω από την απιθωμένη τσάπα, το σφυρί, τ’ αδράχτι. Κάποιες βαστούν περισσότερο από αυτοκρατορίες χτισμένες με ερείπια αυτοκρατοριών, με τη σειρά τους χτισμένων στους δρόμους παλιών εισβολών και κατακτήσεων.
Και τα εργαλεία της Περσεφόνης; Το ρόδι, τα σπαρτά; Η αρπαγή, η αναζήτηση; Ο θάνατος της φύσης στον κόσμο των ζωντανών και η ζωή της στον κόσμο των νεκρών; Ο ομφάλιος λώρος μεταξύ Μητέρας και Κόρης, το χάσμα απ’ το οποίο βγήκε ο Άδης σαν ψαλίδι;
Η ιστορία της Περσεφόνης δε στέκεται καθόλου μόνη της, όσο κι αν ακούγεται μοναχική. Με τον ίδιον ακριβώς τρόπο που η ιστορίας μιας γυναίκας δε στέκεται καθόλου μόνη της, όσο κι αν ακούγεται μοναχική. Είναι, πρώτα και κύρια ίσως, η ιστορία της θεάς που (ξανα)γράφεται ώστε να τονίσει την υποταγή της στην ανδρική εξουσία. Είναι ο πατριάρχης που διηγείται και διδάσκει τη σφραγίδα της πατριαρχικής οργάνωσης (ή κατάκτησης) μιας κοινωνίας. Και όπως και σε κάθε τέτοιο φτιασίδωμα, αν κοιτάξουμε τις Περσεφόνες πραγματικά στα μάτια, βλέπουμε τα θεμέλια που επιχειρήθηκε να καλυφθούν και να ξεχαστούν.


Αθηνά, ένα πρότυπο θεάς πολέμου και δημιουργίας που θυμίζει τη μεσοποτάμια Ινάννα. Τρομάζει όμως τα εδώ κρατούντα ήθη, οπότε πλέον γεννιέται από το κεφάλι του Δία. Η Αστάρτη δρασκελίζει τη Μεσόγειο με τη φτέρνα στη σημερινή Συρία και κατευθύνεται προς τα νησιά του Αιγαίου. Αλλά μια θεά του κυνηγιού και της γονιμότητας μιλά για ανεξαρτησία και απαιτεί σεβασμό. Κουτσουρεύεται σε μια Άρτεμη η οποία πρώτα και κύρια είναι παρθένα και ύστερα θεά του κυνηγιού. Η θεότητα της γης και της φύσης που κατοικεί στο πιο παλιό ίσως μαντείο, πάνω στην Ήπειρο, βλέπει τη γη της να κατακτιέται. Οι κατακτητές τη μετονομάζουν σε Διώνη και με το ζόρι την παντρεύουν με το Δία. Η Περσεφόνη-Δήμητρα χάνει την ενότητά της ως διπλή θεότητα των σπαρτών και του κάτω κόσμου, της αναγέννησης και του θανάτου. Η Περσεφόνη ανεξαρτητοποιείται ως πρόσωπο, μόνο και μόνο για να καθορίζεται πλέον από τους δύο Οίκους: της μητέρας της, στην οποία ανήκει, και του αρπαγέα-άντρα της Άδη, στον οποίον επίσης πλέον ανήκει.
Η ιστορία της Κόρης είναι και η ιστορία της παντρειάς των γυναικών της εποχής της, όπου περνούν από τον έναν Οίκο -από το ένα γένος- στο άλλο, ως επιστέγασμα της μετακίνησης περιουσίας. Ως άλλο ένα περιουσιακό στοιχείο. Παράδοση που μέχρι τον τελευταίο αιώνα άλλαζε γκριμάτσα με τα χνώτα της να έχουν την ίδια αποφορά.
Και έτσι, το να μιλήσει κανείς για την Περσεφόνη ως Κόρη είναι στην πραγματικότητα δύο διαφορετικές ιστορίες, καμία από αυτές δεν είναι η δική της: η πρώτη είναι η καθολικότητα της εμπειρίας της ως μυθικού προσώπου, και η δεύτερη είναι η αντρική αντίληψη για την τάξη των πραγμάτων και των φύλων. Η αντρική αντίληψη είναι σαφής. Είναι το χέρι που αρπάζει αυτό που του αρέσει, να το φέρει στο δικό του βασίλειο. Είναι το χέρι που εξαπατά, δίνοντας φαγητό του κάτω κόσμου, ώστε η Κόρη να μην έχει πια θέση στον Οίκο των ζωντανών. Είναι το χέρι που αποκρύβει, όταν η Δήμητρα αναζητά την Περσεφόνη. Είναι το χέρι που αρνείται να της επιτρέψει να ξαναβγεί στο κόσμου το μπαλκόνι. Είναι το χέρι που ακόμα και όταν αναγκάζεται να την επιστρέψει στους ζωντανούς, απαιτεί διπλές αλυσίδες: ένα τρίτο του χρόνου στον Κάτω και δύο τρίτα στον Πάνω κόσμο, σαφή, χρονομετρημένα, αδιαπραγμάτευτα. Ή μάλλον, διαπραγματευθέντα μεταξύ όλων, εκτός από την Κόρη.
Γιατί «χέρι»; Γιατί μια κατανομή ρόλων που ήθελε (και ξαναθέλει) το μισό πληθυσμό πίσω από την πόρτα του σπιτιού έχει μια άκαμπτη άποψη για τον αντρικό ρόλο: υπάρχεις μόνον όσο «κάνεις» κάτι και ποτέ επειδή «είσαι» κάτι. Και όταν είσαι δασκαλεμένος να υπάρχεις μόνον όσο δρας, οι σχέσεις με το άλλο φύλο είναι μόνο σχέσεις δράσης – όχι κατανόησης, όχι αποδοχής, όχι μάθησης, όχι εμπιστοσύνης. Όλα αυτά επιτρέπονται μόνο στις γυναίκες, συγκεκριμένα επειδή τους έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα στη δράση και τους έχει επιτραπεί μόνο το δικαίωμα στην ύπαρξη.
Είναι και η απολυτότητα αυτή που χρησιμοποιούμε μήπως ένα χαρακτηριστικό της πατριαρχικής αντίληψης για τον άντρα; Δε γνωρίζουμε ακόμα και δεχόμαστε την άγνοια. Όμως, όσα και αν είναι τα αντιπαραδείγματα, η κυρίαρχη ηθική μιας κοινωνίας είναι πάρα πολύ ευθύ, πάρα πολύ συγκεκριμένο βέλος. Απλώς επιτρέπει (ανάλογα με την εποχή) λιγότερα ή περισσότερα ψάρια να κολυμπούν κόντρα στο ρεύμα γύρω του. Κυρίως όμως, η απολυτότητα είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για να μιλήσουμε για τα δύσκολα ζητήματα. Είναι ο παραμορφωτικός καθρέφτης που δείχνει την πιο τραχιά, την πιο άβολη, την πιο απεριποίητη πλευρά μας. Κι ακριβώς τη στιγμή που προσπαθούμε να την αρνηθούμε απεγνωσμένα είναι που καταλαβαίνουμε πως νιώθουμε άβολα γιατί βρίσκουμε χνάρια του κτήνους μέσα μας. Ακριβώς τη στιγμή που προσπαθούμε να επιχειρηματολογήσουμε απεγνωσμένα είναι που καταλαβαίνουμε ποιές είναι οι καθημερινές υπεκφυγές μας. Ακριβώς τη στιγμή που προσπαθούμε να αποστασιοποιηθούμε απεγνωσμένα είναι που συνειδητοποιούμε πόσο βαθιές ρίζες έχει η ηθική ενός παλιού κόσμου μέσα μας. Από τον πόνο που προκαλεί η αποστασιοποίηση από το σκοτεινό μας εαυτό.
Η Περσεφόνη κάθε άλλο παρά ένα άβουλο πλάσμα της φαντασίας είναι – είναι ένα βαθύτατο σύμβολο θανάτου και ανανέωσης. Αλλά η Περσεφόνη ως Κόρη είναι συγκεκριμένα η βολική πατριαρχική φαντασίωση της επιβολής χωρίς αντίσταση. Οπότε και το να γράψει κανείς για την Περσεφόνη ως Κόρη σημαίνει να γράψει ακριβώς γι αυτή την εξουσιαστική φαντασίωση. Σημαίνει ένα βιβλίο ιστοριών γυναικών το οποίο προσπαθεί και πρέπει να σκαλίσει τα σωθικά μας.
Έτσι ανοίγει ο συγγραφέας το δισάκι του, γεμάτο φωνές, ιστορίες και θρήνους που ξέφυγαν από μισάνοιχτα παράθυρα και πρόλαβε και τις σφάλισε μέσα του πριν σκορπίσουν. Καιρό είχαν παραμείνει εγκλωβισμένες, ως ότου πότισε το πετσί του σάκου, λέκιασε από αγωνία, αγάπη και οργή. Γυρίζει το σάκο τα μέσα-έξω. Οι λεκέδες είναι γράμματα και τα γράμματα ιστορίες κι οι ιστορίες το μωσαϊκό των ανθρώπων. Και σε αυτό το μωσαϊκό της Περσεφόνης οι ψηφίδες δε χάνονται ούτε ξεχνιούνται, έχουν βλέμμα και φωνή.
Και τα νέα σπαρτά καρποφορούν μετά το θάνατο της παλιάς σοδειάς.
Δίνουν νόημα στο πεταμένο κουκούλι ενός παλιού κόσμου.

Έκτωρ-Ξαβιέ Δελαστίκ, 2024

Leave a comment