
Το προεδρικό διάταγμα δεν αποτελεί το πρώτο χτύπημα του κρατικού μηχανισμού απέναντι στον καλλιτεχνικό κλάδο, αλλά αντίθετα έρχεται να προστεθεί σε μια σειρά επιθέσεων. Λειτουργώντας ως ταφόπλακα επιχειρεί να καταλύσει οποιαδήποτε έννοια συλλογικής διεκδίκησης. Στοχοποιεί και απομονώνει τα εργαζόμενα στον χώρο της τέχνης, συνθλίβοντας τα ελάχιστα αναχώματα ζωτικής σημασίας που είχαμε καταφέρει να ορθώσουμε με τις μέχρι τώρα συλλογικές μας διεκδικήσεις. Υποβαθμίζει τα κεκτημένα εργασιακά μας δικαιώματα και κατά συνέπεια ζημιώνει όχι μόνο την εργασιακή πραγματικότητα αλλά και τις ίδιες μας τις ζωές. Ζωές οι οποίες για να επιβιώσουν στο ήδη υπάρχον ζοφερό σύστημα αναγκάζονται να δουλέψουν χωρίς ασφάλεια, χωρίς καμιά προστασία απέναντι στα αφεντικά και να υπομείνουν ένα εγγενώς κακοποιητικό εργασιακό πλαίσιο.
Κρίνουμε απαραίτητο να περιγράψουμε αρχικά την καθημερινότητα με την οποία έρχονται αντιμέτωπα τα σώματά μας σε θέατρα, χώρους προβών και αίθουσες μαθημάτων. Ή παραφράζοντας την προηγούμενη πρόταση κατά την κανονικοποιημένη αντίληψη στο χώρο, τι σημαίνει να εργάζεσαι ως καλλιτέχνης. Γιατί, για να είσαι καλλιτέχνης και εργαζόμενος στη χώρα αυτή θα πρέπει συνήθως να δέχεσαι τις απλήρωτες πρόβες και παραστάσεις και θα πρέπει να έχεις ένα καλό κεφάλαιο να σπουδάσεις και ύστερα να επενδύσεις στα έργα σου εφόσον αυτά θα μιλάνε για την ωραία Ελλάδα. Θα πρέπει να έχεις σπουδάσει με τρόπο που να μη χωράει κανένα παρελθόν, παρόν και μέλλον που δεν σχετίζονται με τη τέχνη σου ενώ θα πρέπει να δέχεσαι το ζόφο και να βρίσκεσαι σε διαρκή άρνηση σε ο,τιδήποτε άλλο συμβαίνει κοινωνικά. Θα χρειαστεί να κακοποιείς το σώμα και τη ψυχή σου ερμηνεύοντας την ως αναγκαίο κακό, ενώ παράλληλα να πειθαρχείς σε ό,τι ζητηθεί. Θα μπορούσαμε να πούμε με άλλα λόγια πως εξαιρώντας τις ιδιαιτερότητες που διέπουν τα επαγγέλματα μας δεν διαφέρουμε και πολύ από τα υπόλοιπα καταπιεσμένα άτομα του κόσμου αυτού που πληρώνονται πενιχρά, υποτιμώνται και εξαθλιώνονται από το κράτος και τα αφεντικά.
Μέσα λοιπόν στην καθημερινή πίεση που μας ασκείται το υπ.Εσωτερικών μαζί με το υπ. Παιδείας και Οικονομικών καθώς και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας συνυπογράφουν το Προεδρικό Διάταγμα ΠΔ85/2022 το οποίο ορίζει το προσοντολόγιο για προσλήψεις όλων των επαγγελματικών κλάδων στη χώρα. Οι καταστροφικές διατάξεις του ΠΔ για τους κλάδους των καλλιτεχνών ορίζουν πως το σύνολο των αποφοίτων από τις ανώτερες κρατικές και ιδιωτικές καλλιτεχνικές σχολές αντιστοιχούνται με αποφοίτους διετών επαγγελματικών προγραμμάτων κατάρτισης ή αποφοίτους λυκείου, δηλαδή κατατάσσονται στην επαγγελματική βαθμίδα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Αυτό σημαίνει πως όλα τα πτυχία των ανώτερων επαγγελματικών σχολών θεάτρου, χορού, κινηματογράφου και μουσικής ισοτιμούνται με απολυτήρια λυκείου, κατατάσσοντας μας στη χαμηλότερη μισθολογική και επαγγελματική βαθμίδα και αναιρώντας με αυτό τον τρόπο τις σπουδές μας. Σε αντίθεση με όσα εξαγγείλει η κυβέρνηση, δηλαδή πως το προσοντολόγιο αναφέρεται στη διαβάθμιση μόνο των δημόσιων φορέων γνωρίζουμε πολύ καλά πως είναι αδύνατο να μην επηρεάσει και το μισθολογικό καθεστώς στον ιδιωτικό τομέα αφού μας αφήνει εκτεθειμένα στις ορέξεις του κάθε αφεντικού το οποίο θα σπεύσει να εκμεταλλευτεί την κατάσταση προς όφελος του. Στο πλαίσιο του ήδη καταστροφικού διατάγματος η κυβέρνηση ενέτεινε περισσότερο το πρόβλημα καταθέτοντας μια τροπολογία όπου καταργεί την έννοια των συλλογικών συμβάσεων σε όλους τους φορείς του δημοσίου ορίζοντας πως οι αμοιβές μας θα καθορίζονται αποκλειστικά από υπουργικές αποφάσεις.
Η καλλιτεχνική κοινότητα σε μία τέτοια επίθεση δεν θα μπορούσε να μείνει άπραγη αλλά από την πρώτη κιόλας στιγμή της ανακοίνωσης του ΠΔ συνέταξε αιτήματα που δεν σχετίζονται μόνο με την απόσυρση του ΠΔ αλλά με όλες τις ελλείψεις και τα προβλήματα του κλάδου. Η υπαγωγή όλων των αποφοίτων καλλιτεχνικών σχολών στην βαθμίδα τεχνολογικής εκπαίδευσης καθώς και η άμεση ίδρυση δημόσιας σχολής παραστατικών τεχνών με παράρτημα σε όλη την Ελλάδα υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας είναι από τα κύρια. Ακολουθούν η παροχή σίτισης, στέγασης και δωρεάν συγγραμμάτων η παροχή κρατικών υποτροφιών και κρατικών επιδομάτων σε ολόκληρο το σπουδαστικό σώμα των εποπτευόμενων από το ΥΠΠΟΑ σχολών αλλά και η παράλληλη αναβάθμιση των υποδομών και η περαιτέρω στελέχωση τους με διδακτικό προσωπικό, καθώς και η εξασφάλιση ενιαίας δημόσιας καλλιτεχνικής εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες (κ.α.)
Η διεκδίκηση των παραπάνω αιτημάτων δεν ανατέθηκε απλώς στα συλλογικά όργανα, τα οποία με τη σειρά τους τα μετέφεραν στα αρμόδια υπουργεία και φορείς αλλά λαμβάνει χώρα εδώ και σχεδόν δύο μήνες καθημερινά στο δρόμο μέσω απεργιών, διαδηλώσεων και καταλήψεων. Η αναμέτρηση με το κράτος ξεκίνησε από τα σπουδαστά της Ανώτερης Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου με την κατάληψη της σχολής τους και στην συνέχεια με τη στήριξη των σπουδαστών των υπόλοιπων Ανώτερων Δραματικών Σχολών. Η κατάληψη αυτή πέρα από μέσο πίεσης αποτέλεσε και ζωντανό κέντρο αγώνα, αφού σχεδόν καθημερινά πραγματοποιούνταν ανοιχτές συνελεύσεις σπουδαστών απευθυνόμενες σε όλο το καλλιτεχνικό σώμα, οι οποίες κατάφεραν να συσπειρώσουν τις διεκδικήσεις μας. Στέγασε καλλιτεχνικές δράσεις, αυτοοργανωμένα μαθήματα, ανοιχτές συνελεύσεις σωματείων καταφέρνοντας έτσι να εντείνει το συλλογικό αίσθημα και να αποτελέσει την πρώτη εστία αγώνα. Παρόμοιες πρωτοβουλίες πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη και στη Πάτρα στελεχωμένες από σπουδαστά του ΚΘΒΕ και του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας αντίστοιχα λίγο αργότερα και της ΚΣΟΤ στην Αθήνα, ενώ ίδιο δρόμο ακολούθησαν και τα σπουδαστά των ιδιωτικών σχολών απέχοντας από τα μαθήματα τους. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα πραγματοποιήθηκαν πανκλαδικές απεργίες με πρωτοφανή συμμετοχή των καλλιτεχνών, οι οποίες κατάφεραν να συγκεντρώσουν τεράστιο πλήθος κόσμου στις αντίστοιχες διαδηλώσεις. Αξιοσημείωτη και ενδυναμωτική ήταν η κίνηση των καθηγητών του Εθνικού Θεάτρου που ανακοίνωσαν την πρόθεση παραίτησης τους, δείχνοντας έτσι την έμπρακτη στήριξη τους στον αγώνα των σπουδαστών και εγκαλώντας τους αρμόδιους φορείς στην άμεση τροποποίηση του ΠΔ. Την τελική τους παραίτηση ακολούθησε και το διδακτικό προσωπικό του ΚΘΒΕ και του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, γεγονός που σήμανε την αδρανοποίηση των μοναδικών δημόσιων δραματικών σχολών. Η συνέχεια και η κλιμάκωση των κινητοποιήσεων αυτών σηματοδοτήθηκε με την κατάληψη των μεγαλύτερων δημόσιων θεατρικών σκηνών (Τσίλλερ, Ρεξ, Βασιλικό Θέατρο, Δημοτικό Θέατρο Απόλλων). Οι καταλήψεις αυτές δεν έχουν διακόψει απλώς τις δραστηριότητες του θεάτρου αλλά αποτελούν ζωντανές εστίες ζύμωσης και συλλογικοποίησης ολόκληρου του καλλιτεχνικού κόσμου, και στις οποίες πραγματοποιούνται καθημερινές συνελεύσεις, εκδίδονται κείμενα και στεγάζονται δράσεις οικονομικής ενίσχυσης των εγχειρημάτων. Η σημασία των καταλήψεων αυτών αυξάνεται όντας στο ιστορικό και εμπορικό κέντρο της πόλης, φέρνοντας κοντά το κίνημα με άλλα κομμάτια της κοινωνίας. Και τέλος δεν είναι μικρής σημασίας η συμβολή μαθητών και φοιτητών όλο αυτό το διάστημα, οι οποίοι καταφέρνουν να διαδώσουν τα αιτήματα σε ένα ευρύτερο πεδίο, κάνοντας τα ίδια καταλήψεις στους δικούς τους χώρους(Α.Σ.Κ.Τ ,Θεατρολογία Ναυπλίου, Θεάτρου Θεσσαλονίκης) ορθώνοντας αλληλέγγυο λόγο και καταδεικνύοντας ακόμη περισσότερο τις στοχεύσεις τόσο του ΠΔ όσο και της ακροδεξιάς κυβέρνησης.
Η σύνδεση του αγώνα που διεξάγεται εδώ και 50 μέρες, με τους υπόλοιπους εργατικούς ταξικούς αγώνες είναι για μας προφανής αφού η κρατική επίθεση στους καλλιτέχνες εργαζόμενους δεν είναι ούτε μεμονωμένη ούτε ειδική αλλά ένα ακόμη χτύπημα που οξύνει περαιτέρω τις ταξικές ανισότητες μέσα στην κοινωνία. Έρχεται να συμπληρώσει την ολομέτωπη επίθεση που διεξάγει το κράτος απέναντι σε όσες και όσους έχουν κάθε λόγο να αντιστέκονται και να πολεμάνε ένα σύστημα εκμετάλλευσης. Γι’ αυτό και απ’ τη μεριά μας η απάντηση δεν θα πρέπει να μένει και να περιορίζεται μόνο σε έναν αιτηματικό αγώνα αλλά οφείλει να είναι συνολική αφού το τέρας που έχουμε να νικήσουμε είναι μεγαλύτερο. Όσο σημαντικοί, απαραίτητοι και ενδυναμωτικοί είναι οι μεμονωμένοι αγώνες παραμένουν ανεπαρκείς. Ανεπαρκείς γιατί δεν έχουν στόχο να μπλοκάρουν ή ακόμη καλύτερα να εξαφανίσουν κάθε τι που εξουσιάζει τις ζωές και τα σώματα μας, κάθε τι που εξευτελίζει την αξιοπρέπεια μας και σκοτώνει την θέληση μας για ζωή και δημιουργία. Η σύνδεση των αγώνων μεταξύ τους αλλά και με την κοινωνία ευρύτερα χρειάζεται να είναι διαρκής στόχος έτσι ώστε ο κόσμος που κουβαλάμε στις καρδιές μας να βρίσκει συνεχώς περισσότερο έδαφος. Ένας κόσμος δίχως εκμετάλλευση και εξαθλίωση αλλά ισότητα, αλληλεγγύη και ελευθερία.
Υ.Γ. Το κείμενο αυτό συντάχτηκε ενώ ο αγώνας ακόμα βρίσκεται σε εξέλιξη. Συνεπώς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν τελικά τα αιτήματα θα ικανοποιηθούν αλλά εμείς γνωρίζουμε κατά έναν τρόπο πως έχουμε ήδη κερδίσει. Η συλλογικοποίηση αυτή μας δίδαξε το πως μπορούμε εμείς να ορίζουμε τις ζωές μας και να εξελισσόμαστε μέσα από οριζόντιες διαδικασίες. Καταφέραμε να αρθρώσουμε τη φωνή μας και να συνδιαλλαχθούμε με ένα μεγάλο κοινό που η τέχνη μας δεν είχε καταφέρει μέχρι τώρα, φωνάζοντας ενωμένα “10, 100 χιλιάδες καταλήψεις” και συγκεντρώνοντας κάτω από αυτό το επιμύθιο ολόκληρου του αγώνα. Η εμπειρία αυτή αποτελεί μια τομή στον χρόνο η οποία χάραξε στις συνειδήσεις όλων μας την πίστη πως αγκαλιά με όσα μάθαμε την επόμενη φορά θα νικήσουμε.
Ίον, Νιόβη