
Τις τελευταίες εβδομάδες, ο χώρος των πανεπιστημίων αποτελεί για ακόμα μια φορά ένα μείζον πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ του κράτους και της αγωνιζόμενης κοινωνίας. Μέσα στο καλοκαίρι, ολοκληρώθηκε η εκπαίδευση της ΟΠΠΙ, ενώ έγινε πράξη και η εγκατάσταση των πρώτων τουρνικέ στις εισόδους του ΑΠΘ, το οποίο αποτελούσε αναγκαίο βήμα για να προχωρήσει το σχέδιο εγκατάστασης της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Μόλις πριν από λίγες μέρες, έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του το νέο αστυνομικό σώμα έξω από τις εισόδους των σχολών, με τη συνοδεία πάνοπλων αστυνομικών δυνάμεων κάθε είδους. Ως απάντηση στην όξυνση της κατασταλτικής εκστρατείας και την προσπάθεια τρομοκράτησης της κοινωνίας, οι φοιτητές εδώ και πολλές ημέρες προσπαθούν να οργανωθούν και βρίσκονται καθημερινά στις σχολές τους προκειμένου να αποτρέψουν την είσοδο των ένστολων καθαρμάτων και να περιφρουρήσουν τις κατακτήσεις που έχουν κερδίσει εδώ και δεκαετίες μέσα από τους αγώνες τους.
Το ζήτημα της πανεπιστημιακής αστυνομίας δεν είναι βέβαια μεμονωμένο, αλλά αποτελεί έναν εκ των βασικών κρίκων της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη εδώ και χρόνια. Η κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, η αστυνομία, η αναβάθμιση των πειθαρχικών ποινών εναντίων των φοιτητών, η διαγραφές, η καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και η επιβολή διδάκτρων σε μεταπτυχιακά αλλά και προπτυχιακά προγράμματα σπουδών, είναι μερικές μόνο από τις διατάξεις που συνθέτουν αυτήν την αναδιάρθρωση και δεν αφήνουν περιθώρια αμφιβολίας για τις στοχεύσεις των κυρίαρχων, οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν στους όρους ταξικοί φραγμοί – ιδιωτικοποίηση – καταστολή.
Η ίδια η πανεπιστημιακή αστυνομία έρχεται να επιτελέσει έναν διττό ρόλο. Αφενός, καλείται να περιφρουρήσει την ευρύτερη εκπαιδευτική αναδιάρθρωση. Να καταστείλει δηλαδή τους αγώνες που πραγματοποιούνται μέσα στα πανεπιστήμια, να διαλύσει αγωνιστικές Γενικές Συνελεύσεις και μαζικές διαδικασίες των φοιτητών, προκειμένου να συνεχίσει απρόσκοπτα η διάλυση του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα του πανεπιστημίου και να μην υπάρχει αντίδραση όταν οι σχολές μετατρέπονται σε ερευνητικά κέντρα για λογαριασμό του κεφαλαίου, της αστυνομίας και του στρατού. Αφετέρου, η παρουσία της αστυνομίας εντός των σχολών έρχεται να διαδραματίσει έναν πολύ πιο μακροπρόθεσμο ρόλο, που δεν είναι άλλος από την προληπτική καταστολή κάθε πιθανής εστίας αντίστασης. Καθώς είναι πασιφανές ότι βιώνουμε μια περίοδο βαθιάς και γενικευμένης κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, οι κυρίαρχοι τρέμουν μπροστά στην ιδέα του ξεσπάσματος της συσσωρευμένης κοινωνικής οργής. Έτσι, το κράτος επιδιώκει διακαώς να συντρίψει εκ των προτέρων κάθε αγωνιστική διαδικασία και να τελειώνει με τους «θύλακες» της ριζοσπαστικοποίησης, με τα πανεπιστήμια να αποτελούν έναν από τους πρώτους και σημαντικότερους στόχους. Και είναι εύκολο να καταλάβουμε την αιτία. Από την εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 και τους αγώνες της Μεταπολίτευσης, μέχρι τους φοιτητικούς αγώνες της περιόδου ’06-’07, την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και τις κινητοποιήσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης, το φοιτητικό κίνημα ήταν πάντα μπροστά και αγωνιζόταν έτσι ώστε να μην ξεδιπλωθούν τα σχέδια των ισχυρών που αποσκοπούν στην ολοένα και μεγαλύτερη εμβάθυνση της ανισότητας, της εκμετάλλευσης και της αδικίας.
Όσα αναφέρουμε παραπάνω και ιδιαίτερα τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, καθιστούν σαφές πως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική και οριακή συνθήκη. Η περιφρούρηση του πανεπιστημιακού ασύλου και η εναντίωση στο σύνολο της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, όπως αποτυπώνεται στα σημεία που αναφέρουμε παραπάνω, δεν αποτελεί ένα «χρέος» των φοιτητών, αλλά αφορά όλη την κοινωνία. Οφείλουμε να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να φωνάξουμε ότι, όπως λέει και το σύνθημα που ακούγεται στους δρόμους εδώ και κάποια χρόνια, «τον λόγο για το άσυλο τον έχουμε εμείς». Εμείς οι αγωνιζόμενοι φοιτητές, οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι, τα πιο ταξικά υποβαθμισμένα κομμάτια της κοινωνίας. Εμείς οι εκμεταλλευόμενοι και οι κατατρεγμένοι, όσοι «είμαστε εξαρτημένοι από τον μισθό μας», όσοι θέλουμε να λεγόμαστε άνθρωποι και δεν παύουμε στιγμή να αγωνιζόμαστε για την ειρήνη και για το δίκιο, για την ελευθερία και τη δικαιοσύνη. Εμείς θα πούμε, λοιπόν, την τελευταία λέξη και ας το θυμούνται καλά αυτό οι κάθε λογής εξουσιαστές.
Ανδρέας Κ.