Στις 7 Απρίλη του 1937, ο Ιταλός αναρχικός συνδικαλιστής Αντόνιο Τσιέρι, έπεφτε από τα φασιστικά πυρά στη μάχη της Χουέσκα, στην Ισπανία.
Ο θρήνος για τον χαμό του ξεπερνάει τα ισπανικά όρια και φτάνει μέχρι τη «δεύτερη πατρίδα» του, τη φτωχογειτονιά της Πάρμας, το Ολτρετορέντε. Ένας ηλικιωμένος Αρντίτο ντε Πόπολο αφηγείται: «“Σκότωσαν τον Τονίνο!” Η φωνή σκόρπισε στο μέτωπο και στα μετόπισθεν, έφτασε μέχρι την Βαρκελώνη, και μετά από κάποιο καιρό και εδώ, σ’ εμάς, στον κόσμο του Ολτρετορέντε, τον εξαναγκασμένο να σιωπά αλλά ανυπότακτο. Άντρες και γυναίκες σκληραγωγημένοι από τα βάσανα, από τους αμέτρητους πόνους και απογοητεύσεις, ξεσπούσαν σε κλάματα σα μικρά παιδιά ακούγοντας την είδηση. Είχε πεθάνει ο Τονίνο, “ο κόκκινος”, “ο κομαντάντε” του Ναβίλιο, εκεί που κανένας δεν τον θεωρούσε “ξενομερίτη”, εκεί που πολλοί τον κλάψαν σαν αίμα από το αίμα τους, σαν αλησμόνητο αδερφό».
Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς για μία από τις ηγετικές φιγούρες της αντιφασιστικής εποποιΐας, για τον άνθρωπο που εκείνο τον μακρινό Αύγουστο του 1922, ανέλαβε με απόλυτη επιτυχία την πιο δύσκολη αποστολή στη σύγκρουση με τις φασιστικές ορδές. «Έχουμε ένα αδύνατο σημείο: το Ναβίλιο» λέει ο ηγέτης των Αρντίτι ντελ Πόπολο Γκουίντο Πιτσέλι. «Η άμυνα είναι πιο εύκολη στο Όλτρετορεντε, υπάρχουν γεφύρια που πρέπει να ξεπεραστούν, και η δομή της παλιάς πόλης μας βοηθά. Αλλά στο Ναβίλιο θα είναι δύσκολα.» Ο Πιτσέλι και ο Τσιέρι κοιτιούνται στα μάτια. “Το ΄χεις;” ρωτάει ο Πιτσέλι. Ο Τσιέρι δε διστάζει ούτε στιγμή. “Να ‘σαι σίγουρος… Από το Ναβίλιο δεν θα περάσουν”».
Και δεν πέρασαν…
Αυτή η ιδιαίτερη σχέση μεταξύ Πιτσέλι και Τσιέρι, δύο ανθρώπων με διαφορετικές πολιτικές καταβολές και διαδρομές, συμβολίζει τη συντροφικότητα και την εμπιστοσύνη που σφυρηλατήθηκε στα πλαίσια των Αρντίτι ντελ Πόπολο, αυτής της πρωτότυπης εργατικής μετωπικής πολιτοφυλακής, που μπήκε επικεφαλής της μάχης και θα μπορούσε να αποτελέσει τη μαγιά για το τσάκισμα του φασισμού.
Δυστυχώς η Πάρμα ήταν η εξαίρεση, το παράδειγμά της δεν είχε συνέχεια. Η κυριαρχία του φασισμού καταδικάζει τους αντιφασίστες στον θάνατο, στην καταστολή, στην εξορία. Όσοι καταφέρνουν να διαφύγουν, περνούν μια ζωή μέσα στις στερήσεις, αλλά δεν τον βάζουν κάτω. Ο «Τονίνο», στο Παρίσι, συνεχίζει την δράση του ως αναρχικός αγωνιστής και ξαναρχίζει την έκδοση της Umanità Nova.
Όπως και πολλοί άλλοι, έτσι και ο Αντόνιο Τσιέρι, ο άνθρωπος που συνέδεσε τη ζωή του με το επαναστατικό κίνημα και τον μαχητικό αντιφασισμό, δεν μπορεί να μείνει ασυγκίνητος από τα επαναστατικά κελεύσματα της Ιβηρικής. Αυτός ο αγώνας είναι και δικός τους!
Ρίχνεται από το 1936 στη φωτιά της μάχης μαζί με άλλους Ιταλούς συντρόφους του που έσπευσαν να σχηματίσουν το «Ιταλικό τμήμα της Φάλαγγας Ασκάσο». «Τότε, διοικητής του τμήματος εκλέχτηκε ο Τσιέρι. Ανάμεσα στους συμπολεμιστές ίσχυαν κανόνες τόσο δημοκρατικοί που κανένας στρατός δεν είχε μέχρι τότε υιοθετήσει: για παράδειγμα, βαθμούς απένειμε η συνέλευση, μετά από συλλογική απόφαση και η πειθαρχεία, στοιχείο ζωτικής σημασίας σε μια σύγκρουση τέτοιων διαστάσεων, γινόταν σεβαστή το ίδιο και περισσότερο από ότι συμβαίνει σ’ έναν κανονικό στρατό».
Μαζί με τους συντρόφους δίνει πολλές και σκληρές μάχες («Σε πολλές περιπτώσεις οι συγκρούσεις γινόταν με την ξιφολόγχη, μανιασμένες μάχες σώμα με σώμα, σπίτι το σπίτι»). Η Ζενεραλιδάδ της Καταλωνίας διακρίνει τα χαρίσματά του και του αναθέτει να συγκροτήσει και να εκπαιδεύσει μια ειδική μονάδα καταδρομέων. «Ο Τσιέρι, με τους «μπομπέρος» του, επέστρεψε στο μέτωπο για να συμμετάσχει στην επίθεση του Καρασκάλ, τον Μάρτη του ’37. Πάντα στη πρώτη γραμμή, πάντοτε στην κεφαλή των καταδρομέων, συνεπής στον να μη ζητάει ποτέ από κανέναν κάτι που ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να κάνει, ο Αντόνιο Τσιέρι ώθησε τους δικούς του στην κατάκτηση της Μπέκα, στις 7 Απρίλη 1937· καθοδηγούσε μια χούφτα «μπομπέρος» προς την κορυφή ενός βουνού που κατείχαν οι φαλαγγίτες, όταν έπεσε χτυπημένος στο κεφάλι».
Ο Τσιέρι πέθανε την ώρα που ενθάρρυνε τους δικούς του να μην κάνουν ούτε βήμα πίσω. «Από το Ναβίλιο δε θα περάσουν» είχε πει το ’22. «Δε θα περάσουν», ήταν το σύνθημα των ισπανών αντιφρανκιστών.
*Όλα τα αποσπάσματα σε πλάγια προέρχονται από το βιβλίο: Πίνο Κακούτσι, Ολτρετορέντε, μετ. Βαγγέλης Ζήκος, Απρόβλεπτες Εκδόσεις, 2019.