
Τον τελευταίο μήνα η κρατική ασφάλεια ξεκίνησε να στέλνει κλήσεις για λήψη γενετικού υλικού σε φοιτητές που δραστηριοποιούνται στην Αθήνα. Ο αριθμός των φοιτητών που έχουν κληθεί είναι 13 άνδρες από τους 25 φοιτητές/τριες που συνελλήφθησαν στην κατειλημμένη πρυτανεία του ΕΜΠ στις 13/11/2020 και ένας ακόμη που ταυτοποιήθηκε το αποτύπωμά του εντός της κατάληψης. Ο λόγος της κλήσης, λοιπόν, είναι η ταύτιση ανδρικού γενετικού υλικού μεταξύ ενός άδειου μπουκαλιού που βρέθηκε εντός του κτιρίου με κάποια χαρτιά από αίμα που βρέθηκαν στα Εξάρχεια μετά από συγκρούσεις με την αστυνομία στις 7/12/2014.
Το παράδοξο αυτή τη στιγμή είναι οτι τα άτομα που καλούνται για την υποχρεωτική λήψη DNA το 2014 ήταν γύρω στην ηλικία των 13-14 χρονών. Το κράτος και η ΕΛ.ΑΣ επιδιώκει μέσα από μια σειρά μεθοδεύσεων να στήσει δικογραφίες και να εγαινιάσει μια νέα μέθοδο χαρτογράφησης, δημιουργώντας βάσεις δεδομένων DNA. Η συνεχόμενη αναβάθμιση του κατασταλτικού οπλοστασίου έχει σα στόχο να διασπείρει το φόβο, να ποινικοποιήσει την πολιτική δράση, να τρομοκρατήσει και να στοχοποιήσει αγωνιστές ώστε να μπορεί το κράτος ανενόχλητο να εφαρμόζει τους αντικοινωνικούς σχεδιασμούς του.
Άλλωστε και η κατάληψη του ΕΜΠ πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο υγειονομικής κρίσης όπου το κράτος σε συνεργασία με την πρυτανεία του ΕΜΠ επέβαλε lock-out στο χώρο του πανεπιστημίου ώστε να μην πραγματοποιηθούν οι εκδηλώσεις για την επέτειο από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Μέσα από μια σειρά αντιδραστικών διατάξεων όπως απαγόρευση κυκλοφορίας, απαγόρευση συναθροίσεων και διαδηλώσεων εν όψει της 17ης Νοέμβρη φανερώνει τον ταξικό και κατασταλτικό χαρακτήρα διαχείρισης της πανδημίας που στόχο δεν έχει την προστασία της ανθρώπινης ζωής αλλά την επιβολή σιγής νεκροταφείου στην κοινωνία. Για το λόγο αυτό το κράτος προχώρησε σε αυτήν την κατασταλτική επιχείρηση που είχε ως αποτέλεσμα 92 συλλήψεις.
Η τακτική των μεθοδεύσεων σε βάρος αγωνιστών δεν είναι άγνωστη. Αποτελεί ακόμη ένα βέλος στη φαρέτρα του κατασταλτικού οπλοστασίου του κράτους. Δεν είναι λίγες οι φορές που το κράτος προσπάθησε με μια σειρά από μηχανοραφίες να διώξει αλλά και να καταδικάσει αγωνιστές. Ανώνυμα τηλεφωνήματα, δείγμα από γενετικό υλικό, ποινικοποίηση προσωπικών σχέσεων, παρακολουθήσεις, παρουσία ατόμων σε συγκεκριμένη περιοχή είναι μερικές από τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για να στηθούν δικογραφίες. Χαρακτηριστικά παραδειγματα είναι οι υποθέσεις του Τ. Θεοφίλου και της Ηριάννας Β.Λ. όπου κατηγορήθηκαν με βάση ένα μικρό δείγμα DNA που στην πραγαμτικότητα δνε αποτελεί πειστήριο, αλλά και επιπρόσθετα στην περίπτωση της Ηριάννας για την προσωπική σχέση με κατηγορούμενο για συμμετοχή στην οργάνωση «Πυρήνες Της Φωτιάς», όπου και τελικά αθωώθηκαν.
Βρισκόμαστε, λοιπόν, σε μία περίοδο όπου το κράτος θέλει να τελειώσει με τους αγώνες που βάζουν εμπόδια στα σχέδιά του. Η αναβάθμιση της καταστολής, η ποινικοποίηση του συνδικαλισμού, το φακέλωμα συνδικαλιστών, το χτύπημα στην απεργία,η περιστολή των διαδηλώσεων, η ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, τα πειθαρχικά και οι διαγραφές στους φοιτητές είναι κάποια από τα μέτρα που έχει ψηφίσει το κράτος για να αντιμετωπίσει τον κόσμο του αγώνα μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο παρανομοποίησης και εγκληματοποίησης των κοινωνικών και ταξικών αγώνων.
Αποτελεί επιτακτικό ζήτημα στο σήμερα να αναδείξουμε την εκδικητικότητα του κράτους και την προσπάθεια τρομοκράτησης των αγωνιστών. Να σταθούμε δίπλα σε κάθε αγωνιστή που έχει βρεθεί στο στόχαστρο της κατασταλτικής μανίας του κράτους. Να εμποδίσουμε την υποχρεωτική λήψη DNA από τους 14 φοιτητές. Υπερασπιζόμενοι την πολιτική και συνδικαλιστική δράση να εμποδίσουμε τη στρατηγική των μεθοδεύσεων και το στήσιμο σκευωριών σε βάρος αγωνιστών. Με την οργάνωση σους χώρους της δουλειάς, στις σχολές, στις γειτονιές , με όχημα τους συλλογικούς αγώνες να βάλουμε φραγμό στην επίθεση που εξαπολύεται από το κράτος στην κοινωνική βάση.
Λευτέρης Β.