
«Η οικολογική δράση ή θα είναι επαναστατική δράση ή δεν θα είναι τίποτα. Η οικολογία ή θα αποκαλύπτει τις ταξικές κοινωνικές αιτίες και τις απάνθρωπες σχέσεις που δημιούργησαν έναν ολοκληρωτικά δηλητηριασμένο πλανήτη ή θα είναι ένα καλλυντικό του καπιταλισμού».
Μάρεϊ Μπούκτσιν
Μόλις λίγες εβδομάδες έχουν περάσει από τα γεγονότα των καταστροφικών πυρκαγιών που έπληξαν όλη τη χώρα, αφήνοντας πίσω τους τόνους στάχτης και οργής. Οι πυρκαγιές που ξέσπασαν το προηγούμενο διάστημα -και είχαν ως αποτέλεσμα την παράδοση περισσότερων από 1,2 εκατομμυρίων στρεμμάτων στις φλόγες, την καταστροφή σπιτιών, τον θάνατο ενός ανθρώπου και τον τραυματισμό περισσότερων – ανέδειξαν με κατηγορηματικό τρόπο τα αδιέξοδα και την αντικοινωνική φύση του κυρίαρχου μοντέλου οργάνωσης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής και έβαλαν επιτακτικά στο τραπέζι την ανάγκη να συζητήσουμε σχετικά με το ποιος φταίει, τόσο για τα συγκεκριμένα γεγονότα όσο και για την καταστροφή του φυσικού κόσμου συνολικά, σε παγκόσμιο επίπεδο, και να αναζητήσουμε τους τρόπους εκείνους με τους οποίους μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την επίθεση που δεχόμαστε.
Αρχικά, πρέπει να τονίσουμε ότι τέτοιου είδους καταστροφές δεν είναι τυχαία και αναπόφευκτα γεγονότα, ούτε είναι κάτι το «φυσικό» που θα πρέπει λίγο πολύ να περιμένουμε ανά πάσα ώρα και στιγμή. Αντίθετα, αποτελούν άμεσο επακόλουθο της λεηλασίας του φυσικού κόσμου από το κράτος και το κεφάλαιο αλλά και της πλήρους αδιαφορίας που αυτό δείχνει για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, ειδικά όταν αυτή έρχεται σε αντιπαράθεση με τα σχέδια του. Η κλιματική αλλαγή, η εκμετάλλευση και η καταστροφή δηλαδή της φύσης, που οδηγεί τον πλανήτη σε όλο και πιο ακραίες θερμοκρασίες, επιφέρει θανατηφόρες πλημμύρες, πυρκαγιές και μια σειρά άλλων καταστροφών, δεν είναι κάτι το αναπόφευκτο αλλά πηγάζει από την ίδια τη φύση του συστήματος, το οποίο δεν βλέπει τον φυσικό κόσμο παρά μόνο ως ένα ακόμα πεδίο εκμετάλλευσης και κερδοφορίας. Οι εμπρησμοί που λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο σε περιοχές με «υψηλό επενδυτικό ενδιαφέρον» δεν είναι, επίσης, κάτι το τυχαίο, αλλά σχετίζονται άμεσα με τα σχέδια μια σειράς πολυεθνικών εταιριών της ενέργειας, οι οποίες δεν διστάζουν να λεηλατήσουν ολόκληρους τόπους όταν αυτό εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους. Βλέπουμε λοιπόν, ότι οι περιοχές που κάηκαν την περασμένη περίοδο αποτελούν στην πλειονότητά τους περιοχές στις οποίες υπάρχουν εδώ και χρόνια σχέδια είτε για ανάπτυξη διαφόρων ενεργειακών Project (εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην Εύβοια και σε άλλες περιοχές), είτε για τουριστική εκμετάλλευση (πχ πυρκαγιές στην Αττική). Με λίγα λόγια, η παράδοση στις στάχτες εκατομμυρίων δασικών στρεμμάτωνεξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τις αδηφάγες ορέξεις του κατασκευαστικού και κτηματομεσιτικού κεφαλαίου, της τουριστικής βιομηχανίας και των μεγάλων ενεργειακών πολυεθνικών ομίλων και γι’ αυτό το λόγο κράτος και κεφάλαιο αποτελούν σε πολλές περιπτώσεις τους κύριους ενόχους και τους κατεξοχήν «εμπρηστές». Άλλωστε, ουκ ολίγες φορές στο παρελθόν, έχουμε δει τόπους που καίγονται να μετατρέπονται το αμέσως επόμενο διάστημα σε απέραντα εργοτάξια, με την αιτιολογία ότι «αφού καταστράφηκαν είναι ευκαιρία να αξιοποιηθούν για οικονομικούς σκοπούς». Ακόμα και σήμερα, μόλις λίγες ημέρες μετά τις πυρκαγιές, αρκετές από τις κατεστραμμένες εκτάσεις έχουν αδειοδοτηθεί προκειμένου να αποτελέσουν πεδίο εγκατάστασης ανεμογεννητριών και τουριστικών μονάδων.
Από τα παραπάνω καθίσταται σαφές ότι όσο και αν οι κυρίαρχοι χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τις επιπτώσεις των πυρκαγιών και διαμηνύουν σε όλους τους τόνους ότι «θα βρεθούν οι ένοχοι», η αλήθεια είναι ότι οι πραγματικοί ένοχοι είναι τα ίδια τα κράτη και οι καπιταλιστές, το ίδιο το απάνθρωπο αυτόσύστημα που μετράει τα πάντα με βάση το κέρδος και τον αγώνα για εξουσία. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη που βιώσαμε όλοι το προηγούμενο διάστημα έγινε εμφανές ότι υπάρχουν δυο κόσμοι σε σύγκρουση. Από τη μια μεριά βρίσκεται το κράτος (και το κεφάλαιο, για το οποίο, άλλωστε, το κράτος αποτελεί το καλύτερο στήριγμα) το οποίο έδειξε από την πρώτη στιγμή την πλήρη απροθυμία του να λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών και για την προστασία της ανθρώπινης ζωής. Αφού τα προηγούμενα χρόνια είχε φροντίσει να διαλύσει τις υπηρεσίες δασοπροστασίας και δεν είχε ενδιαφερθεί ώστε να προβεί σε έργα κοινωνικής μέριμνας και πρόληψης καταστροφών (αντιπυρικά, αντιπλημμυρικά, αντισεισμικά έργα κλπ), το κράτος, την ώρα που οι πυρκαγιές έπαιρναν όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, όχι μόνο δεν έριξε στη μάχη κάθε διαθέσιμο επίγειο και εναέριο μέσο αλλά αντίθετα έβαζε τους μπάτσους να εκκενώνουν περιοχές, δήλωνε με περίσσιο θράσος ότι «η αντιμετώπιση είναι υποδειγματική» και περιφρονούσε τους κατοίκους που δήλωναν ότι δεν ενδιαφέρεται κανείς γι’ αυτούς και έκαναν εκκλήσεις για βοήθεια. Απέναντι σε αυτή την εγκληματική και πλήρως αντικοινωνική στάση του κράτους στάθηκε από την πρώτη στιγμή η κοινωνική βάση, η οποία ενεργοποιήθηκε και, προτάσσοντας ως κύριο όπλο την ταξική και κοινωνική αλληλεγγύη, δημιούργησε δομές αλληλοβοήθειας, έστησε δίκτυα συλλογής και διανομής ειδών πρώτης ανάγκης προς τις πυρόπληκτες περιοχές, ανέδειξε τους πραγματικούς υπαίτιους αλλά και την εγκληματική κρατική διαχείριση και σε πάρα πολλές περιπτώσεις βρέθηκε στα μέτωπα, στα πεδία και στους τόπους που λάμβαναν χώρα οι πυρκαγιές, με σκοπό την παροχή βοήθειας στην αντιμετώπιση της καταστροφής. Ήταν οι ίδιοι οι κάτοικοι των περιοχών που πλήττονταν από τις πυρκαγιές – με τη βοήθεια ανθρώπων που βρέθηκαν από αίσθημα κοινωνικής αλληλεγγύης στα σημεία προκειμένου να βοηθήσουν- αυτοί που πραγματικά αντιμετώπισαν την καταστροφή και έσωσαν πολλά από τα δάση που απειλούνταν από τις φλόγες. Ήταν οι ίδιοι οι άνθρωποι της κοινωνικής βάσης αυτοί που κατήγγειλαν τον κρατικό εμπαιγμό και αυτό-οργανώθηκαν με σκοπό να σώσουν τις περιοχές στις οποίες κατοικούν. Το γεγονός αυτό αποτελεί μια ακόμα κραυγαλέα απόδειξη για το ότι η αυτό-οργάνωση της κοινωνίας αποτελεί την καλύτερη εγγύηση για την προστασία των συμφερόντων της κοινωνικής βάσης, αποτελεί άλλη μια τρανή απόδειξη για το ότι «μόνο ο λαός είναι ικανός να σώσει το λαό». Με βάση όλα τα παραπάνω, μέσα σε μια συνθήκη άγριας ταξικής εκμετάλλευσης και καπιταλιστικής επίθεσης στην κοινωνία και στη φύση, καθίσταται σαφές ότι ο μόνος δρόμος που μπορεί να βάλει εμπόδια στην καταστροφή του πλανήτη, του φυσικού κόσμου και της κοινωνίας είναι ο δρόμος του αγώνα με στόχο την ολοκληρωτική καταστροφή του παρασιτικού και απάνθρωπου συστήματος του κράτους και του κεφαλαίου. Η αξία της αλληλοβοήθειας και η πρακτική της αυτό-οργάνωσης που ξεπρόβαλαν ως άμεσα κοινωνικά αντανακλαστικά θα πρέπει να διατηρηθούν και να επεκταθούν ακόμα παραπάνω προκειμένου να καταστούν μαζικές κοινωνικές πρακτικές και να αποτελέσουν αντίβαρο στον ατομικισμό και στη λογική της ανάθεσης των δικών μας υποθέσεων στα χέρια του κράτους. Έχοντας επίγνωση ότι η κύρια πηγή του κακού είναι το ίδιο το κυρίαρχο κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που καταστρέφει τη φύση και διαταράσσει τη σχέση του ανθρώπου με αυτή, έχουμε όλοι χρέος να αγωνιστούμε σε κάθε πεδίο που εκδηλώνεται η λεηλασία της φύσης από το κράτος και το κεφάλαιο, να εντείνουμε τους αγώνες για την υπεράσπιση του φυσικού κόσμου και να είμαστε έτοιμοι να δημιουργήσουμε νέους όπου είναι αναγκαίο. Και φυσικά, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι ο αγώνας για την υπεράσπιση της γης και της ελευθερίας, ο αγώνας ενάντια στα εγκληματικά σχέδια των κυρίαρχων περνάει μέσα από το συθέμελο γκρέμισμα του κόσμου της εκμετάλλευσης. Επομένως, είναι αναγκαίο να πάρουμε τις ζωές μας στα χέρια μας και να οργανωθούμε έτσι ώστε να καταστρέψουμε το παλιό, που υπόσχεται μόνο αδικία και θάνατο και να οικοδομήσουμε στη θέση του έναν κόσμο που θα τοποθετεί στο κέντρο του τον άνθρωπο και τις πραγματικές του ανάγκες, την αλληλοβοήθεια και την αρμονική συνύπαρξη με τον φυσικό κόσμο.
Άποψη της Σ.Ο. του Ζερμινάλ